steni.gr
Για την λάμια έχουν γραφτεί πάρα πολλά από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Για εμάς όμως ήταν μια κακιά γυναίκα η οποία έτρωγε παιδάκια ή μπορούσε να προκαλέσει οποιοδήποτε κακό. Στο χωριό δεν υπήρχε ακριβής περιγραφή για το πώς είναι η λάμια ή οι λάμιες όπως έλεγαν. Κάποιοι τη φαντάζονταν σαν μια όμορφη εύσωμη γυναίκα με τεράστιο στήθος και πόδια ζώου ή κάποιοι άλλοι σαν μια κακάσχημη γυναίκα με μέλη ζώων.
Στη μυθολογία ήταν κόρη του Βήλου και της Λιβύης την οποία αγάπησε ο Δίας. Η Ήρα σκότωσε τα παιδιά της και τότε η Λάμια μεταμορφώθηκε σε θηρίο και σκότωνε τα παιδιά άλλων γυναικών. Κι επειδή η Ήρα της αφαίρεσε την ικανότητα να κοιμάται ο Δίας της έδωσε τη δυνατότητα να βγάζει τα μάτια της και να τα ξαναβάζει και να παίρνει όποια μορφή θέλει.
Γιάννης Μητάκης
Στην Κάτω Στενή, σε μια τοποθεσία που τη λένε Αγιούς, όπου είναι γιομάτη χαλάσματα από παμπάλαιες εκκλησίες, λίγο πιο κάτω είναι μια χαράδρα, άγρια, κατάκλειστη από δέντρα ψηλά, γραμπελιές (αγράμπελη) και κούρπελι (κισσός).
Στο βάθος της χαράδρας αυτής βγαίνει πολύ νερό που από κει το δένουν οι Στενιώτες και με νεραύλακο το πάνε και ποτίζουν τα περιβόλια τους και τους μπαχτσέδες στα ισώματα.
Είναι όμως, όπως λένε, εκείνη η πηγή και η χαράδρα «θεού τρομάρα». Πολλοί Στενιώτες είχαν ακούσει εκεί τη νύχτα τα μεσάνυχτα, ακόμα και την ημέρα καταμεσήμερο, γέλια, τραγούδια και κουβέντες γυναικείες και λέγαν, τάχα, πως ήταν ξωθιές.
Κάποτε έναν, που πήγε νύχτα να μαζέψει το νερό και να ποτίσει, λένε πως τον πήραν οι ξωθιές, τον κράτησαν όλη νύχτα μέσα σε κείνη τη χαράδρα και τον πιλάτεψαν (τυράννησαν) όλη νύχτα. Το πρωί παρουσιάστηκε στο χωριό μουρλός και βρεγμένος ως το λαιμό. Και λένε, πως έμεινε έτσι χαζός και άχρηστος μέχρι που πέθανε!...
Τάσος Παπαποστόλου
(Μύθοι, θρύλοι, παραδόσεις)
Είναι δαιμονικά όντα, που κατά τη λαϊκή αντίληψη, έρχονται στη γη και ενοχλούν κατά τις νύχτες τους ανθρώπους, από την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι τα Θεοφάνεια.
Οι καλικαντζαραίοι, έρχονται από κάτω από τη γη, όπου ολόκληρο το χρόνο, προσπαθούν με τσεκούρια και πριόνια, να κόψουν το δέντρο που βαστάει τη γη. Κόβουν-κόβουν, μέχρι που έχει μείνει πολύ λίγο ακόμα, αλλά τότε έρχονται τα Χριστούγεννα και λένε «χάιστε να πάμε πάνω στη γη και θα πέσει μοναχό του». Ανεβαίνουν λοιπόν πάνω στη γη και τα Θεοφάνεια που γυρίζουν, βλέπουν το δέντρο ολάκερο, ακέραιο, άκοπο. Και πάλι κόβουν και πάλι έρχονται τα Χριστούγεννα, και όλο απ' την αρχή.
Καθένας από τους καλικαντζαραίους, έχει κι απ' ένα κουσούρι. Κουτσοί, στραβοί, μονόματοι, μονοπόδαροι, στραβοπόδαροι, στραβοχέρηδες, ξεπλατισμένοι. Κοντολογίς, όλα τα κουσούρια τα βρίσκεις πάνω τους.
Επίσης, μεταξύ τους είναι διχόγνωμοι, φιλόνικοι και έτσι δεν μπορούν να κάνουν μέχρι το τέλος καμιά δουλειά κι όλα τα αφήνουν στη μέση, γι' αυτό δε μπορούν να κάνουν κακό και στους ανθρώπους, αν και έχουν μεγάλη επιθυμία. Οι καλικάντζαροι είναι μαυριδεροί, με κόκκινα μάτια, τραγίσια πόδια, χέρια σαν της μαϊμούς και με τριχωτό όλο τους το σώμα.
Περισσότερα: Καλικάντζαροι (Καλκατζούρια), στη Στενή ΕυβοίαςΌποιος πιει και ξεδιψάσει
απ’ της νύμφης το νερό
λύπη δεν τον ξαναγγίζει
στη ζωή ποτέ ξανά
Όποιος αν την κρυφακούσει
γίνεται ξανά παιδί
Όποιος ξόρκια αν της κλέψει
γίνεται ο πιο σοφός
Όπως κι αν την ονομάσεις
είναι η καλή κυρά
Η νεράιδα που δεν πήρα
το μαντήλι μια φορά
Ήθελα να με αγαπήσει
και μου πήρε τη λαλιά
Πανάρχαιες δοξασίες από την εποχή των μύθων. Πράγματι πίστευαν ότι όποιος ξεδιψάσει από τις πηγές που κατοικούν οι νύμφες, δεν τον αγγίζει ποτέ ξανά η λύπη. Όποιος μάθει τα μυστικά από τις καλές κυράδες γίνεται πάλι παιδί. Όποιος κλέψει τα ξόρκια από τις νεράιδες γίνεται σοφός.
Πανέμορφες κοπέλες που αγαπούν το τραγούδι, τον χορό και τον καλλωπισμό. Σύχναζαν στο ποτάμι της Στενής και έπαιρναν την λαλιά σε αυτούς που έκαναν το λάθος να τους απαντήσουν. Συνήθως τις έβλεπαν σε αβρούς στο ποτάμι να περιποιούνται τα μακριά ξανθά μαλλιά τους, τραγουδώντας και χορεύοντας. Όποιος άνδρας τους κλέψει το μαντήλι μένουν μαζί του, τον παντρεύονται και κάνουν παιδιά. Δεν σταματούν όμως ποτέ να ψάχνουν το μαντήλι το οποίο θα τους δώσει και την ελευθερία τους.
Γιάννης Μητάκης
Του δεσπότη η βρύση
Κοντά στα σύνορα Στενής-Στροπώνων, υπάρχει η θρυλική Βρύση του Δεσπότη. Αναφέρεται στο διήγημα Μαρούσα η Στροπωνιάτισσα σαν τόπος συνάντησης του Γιάννου και της Μαρούσας. Επίσης είναι και το σημείο που ο Γάλλος περιηγητής άκουσε την αφήγηση της ιστορίας.
Σήμερα αυτή η Βρύση είναι σκεπασμένη από τα βρύα και την βλάστηση και είναι δύσκολο να τη βρει κάποιος. Παλαιότερα όποιος πέρναγε από εκεί και έσκυβε να ξεδιψάσει από το παγωμένο νερό, «όφειλε» να βγάλει από το ρούχο του μια κλωστή και να την αφήσει σε μια μικρή γούρνα πάνω από την πηγή. Οι κλωστές ήταν τόσες πολλές που σίγουρα κανένας δεν το ξέχναγε. Σε διαφορετική περίπτωση ήταν σίγουροι ότι όποιος το ξέχναγε θα πάθαινε κρύωμα και συνάχι.
Τα δένδρα
Tα Δέντρα, «έχουνε ψυχή κι ακούνε και νιώθουνε… Γι’ αυτό, λένε, μια βολά που κοβ’ ένας ένα δέντρο, τ’ άκουγε που βόγγαγε κθε τσεκουριά που το βάραγε. Και το παράτησ’ ο άνθρωπος και το ‘βανε στα πόδια.».
Αυτοί που ζούσαν από το δάσος ή δίπλα σ' αυτό είχαν πάντα την άποψη ότι τα μεγάλα και αιωνόβια δέντρα είχαν ψυχή ή ότι ήταν στοιχειωμένα. Παλιά δοξασία χαμένη στα βάθη των αιώνων ακόμα και πριν από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, άγνωστο από πότε. Πολλοί γέροι, έως και πριν μερικές δεκαετίες απέφευγαν να μείνουν πολλή ώρα κάτω από ένα τέτοιο δέντρο ή να κοιμηθούν στον ίσκιο του. Όταν υλοτόμοι έκοβαν τέτοια δέντρα λόγω πλεονεξίας, οι υπόλοιποι περίμεναν ότι θα τους έβρισκε κάποια κατάρα και οι ιστορίες που λέγονται για ανθρώπους που αρρώστησαν ή σκοτώθηκαν ενώ έκοβαν το δέντρο είναι πολλές. Ακόμα και σήμερα πολλοί θεωρούν τέτοια δένδρα στοιχειωμένα και λέγονται και ιστορίες για τολμηρούς που δοκίμασαν να τα κόψουν αλλά δεν μπόρεσαν. Γνωστή ακόμα και σήμερα είναι η ιστορία του δέντρου στα σύνορα Στενής Καμπιών στα Γρηγόρια. Η παράδοση θέλει όταν οι υλοτόμοι έκοβαν ένα τέτοιο δέντρο να πέφτουν μπρούμυτα και να μην μιλάνε για να μην τους καταλάβει η οργισμένη ψυχή του δέντρου την ώρα που βγαίνει. Άλλοι έβαζαν μια πέτρα στον κορμό στη μέση που θα εμπόδιζε να βγει η ψυχή του
Περισσότερα: Προλήψεις