Κυριακή, 03 Νοεμβρίου 2024

Η ΣΤΕΝΗ ΤΟΥ ΘΡΥΛΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

ΠΡΟΣΩΠΑ

ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ

ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

Η ΟΡΕΙΝΗ ΦΟΡΕΣΙΑ ΤΩΝ ΔΙΡΦΥΩΝ

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ

Στενιώτικη λαλιά

Η ελληνική γλώσσα είναι από τις πιο πλούσιες στον κόσμο. Αυτός ο πλούτος μεγαλώνει ακόμα περισσότερο, αν προσθέσουμε τις διαλέκτους και τους τοπικούς ιδιωματισμούς. Τα τελευταία χρόνια οι διάλεκτοι και οι τοπικοί ιδιωματισμοί χάνονται για πολλούς και διαφόρους λόγους. Η ενιαία εκπαίδευση, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, η «πολιτιστική» επίθεση που δέχτηκε ο χωριάτικος τρόπος ομιλίας, είναι οι κυριότεροι λόγοι που συνέτειναν σε αυτό. Στη Στενή ο τοπικός ιδιωματισμός έχει εκλείψει στην νέα γενιά και συντηρείται σε μεγάλο ποσοστό μόνο στις μεγάλες ηλικίες. Λέξεις και φράσεις χάνονται. Λέξεις και φράσεις που οι άνθρωποι του τόπου µας δεν έµαθαν στο σχολείο, αλλά πάππου προς πάππου µε την προφορική παράδοση.

Σε γενικές γραμμές η Στενιώτικη ντοπιολαλιά «τρώει» τα άφωνα φωνήεντα, ενώνει κάποιες λέξεις, μετατρέπει σε πολλές περιπτώσεις το ο και το ω σε ου και το ε και αι σε ι. Η ρίζα των λέξεων έχει βάση την αρχαία ελληνική, ενώ οι λέξεις από ξένες γλώσσες είναι λίγες και είναι αυτές που χρησιμοποιούνται σε όλη την υπόλοιπη Ελλάδα. Η εξέλιξη της γλώσσας έχει σχέση με την ιστορία του χωριού και τις επιδράσεις από τις μετακινήσεις που γίνονταν στο χωριό από την δημιουργία του το 1790. Εκείνη την περίοδο έγινε μαζική μετακίνηση, που είναι και η μόνη μαζική μετακίνηση, από τους οικισμούς της περιοχής Σκουντέρι, εφτά χιλιόμετρα νοτιότερα, στη σημερινή θέση του χωριού. Η Στενή λόγω θέσης έγινε καταφύγιο φυγάδων και αυτό συνεχίστηκε και μετά την απελευθέρωση από τους τούρκους. Από την κατεχόμενη Ελλάδα τότε, σταδιακά οι οικογένειες που ήρθαν ήταν αρκετές. Οι τσοπάνηδες μετακινούνταν στα χειμαδιά και ειδικά στα αρβανιτοχώρια είχαν συνεχή επικοινωνία με τους ντόπιους. Επίσης είχαμε και αρκετές εισροές από την γύρω περιοχή.

 

Το ιδίωμα.

Λείπουν αρκετά φωνήεντα και δίφθογγοι και ειδικά αυτά που δεν τονίζονται: Σύμφωνα με μια θεωρία, που δεν ξέρουμε κατά πόσο ισχύει, σε μέρη με πολύ κρύο τα φωνήεντα χάνονται ώστε να μην ανοίγει πολύ ώρα το στόμα και να μην μπαίνει πολύς κρύος αέρας στα πνευμόνια. Έτσι κόβονται λέξεις αλλά και φράσεις. Έτσι πολλές δισύλλαβες λέξεις, συνήθως μετατρέπονται σε μονοσύλλαβες, όπως για παράδειγμα, το «πάνω» γίνεται «πάν’» το «κάτω» γίνεται «κατ'», ή το «κόβεις» μετατρέπεται σε «κόβ'ς». Ισχύει και με περισσότερες συλλαβές π.χ «κουβάρι» γίνεται «κβάρ», το «γουρούνι» γίνεται «γρούν», το «γαϊδούρι» γίνεται «γαιδούρ’», το ταγάρι γίνεται ταγάρ’, το σταφύλι γίνεται σταφύλ’ κ.λπ. Ένα άλλο φαινόμενο που παρατηρείται είναι ότι το ο-ω μετατρέπεται σε «ου» Για παράδειγμα το «ποδάρι» γίνεται «πουδάρ'», το κορίτσι γίνεται κουρίτσ’, το χώμα γίνεται χούμα, το τηράω γίνεται τράου, το πρωί γίνεται προυί, το φοβόταν γίνεται φουβόταν, το μπροστά γίνεται μπρουστά, το κολυμπάει γίνεται κλουμπάει, το όλοι γίνεται ούλοι κ.λπ. Το ε-αι αντίστοιχα σε «ι», το ρήμα «έρχεται» γίνεται «έρχιτι», ο λαιμός γίνεται λιμός, το νερό γίνεται νιρό, Κολλάνε ολόκληρες λέξεις και άρθρα με λέξεις . «Στη μέση» γίνεται «στ΄μέσ’», το «που είχε» γίνεται «πούχι», το «που ήσουνα» γίνεται «πούσταν’» το «ίσα πέρα» γίνεται «σαπέρα», το «ίσα δώθε» γίνεται «σαδώθε» κ.λπ. Εξαφανίζονται και σύμφωνα, το «πέρναγε» γίνεται «πέρναϊ», το «αλέσεις» γίνεται «αλέϊς» το «λογιού λογιού» γίνεται « λουϊού λουϊού». Αλλάζει ο τονισμός σε κόποιες λέξεις π.χ. Το Σάββατο γίνεται Σαββάτου κ.λπ. Οι λέξεις από ξένες γλώσσες όπως προείπαμε είναι οι ίδιες που χρησιμοποιούνται και στην υπόλοιπη Ελλάδα και αρκετές από αυτές αφορούν εργαλεία, σκεύη, χαρακτηρισμό ζώων κ.λπ. Από τις σλάβικες λέξεις η τσαντίλα, που σημαίνει το πανί που έπιζαν το τυρί, η κουρίτα (και ου κουρίτος στη Στενή) που έπιναν νερό τα πρόβατα (και πράματα στη Στενή), σβάρνα που ήταν το ξύλινο γεωργικό εργαλείο που ισομάτιζαν το χώμα μετά το όργωμα και έσπαζαν τους σβώλους, τσοκάνι το μικρό κουδουνάκι που έβαζαν στα ζώα, κλούβιο το μπαγιάτικο χαλασμένο αυγό, γκστνέρα από την γκουστέρα που είναι είδος σαύρας καθώς και λέξεις όπως χουγιάζω, λόγγος,τσέργα γράνα λακούβα. Αρβανίτικα όπως λούτσα που σημαίνει μούσκεμα .ή υγρό χωράφι, γκόρτσα που είναι ο καρπός της αγριοαχλαδιάς αγκορτζάς που είναι γεμάτος ο τόπος. Ελάχιστα βλάχικα όπως η λέξη στρούγκα, Λατινικές όπως βίτσα, γρουµπούλ(ι) που είναι ογκίδιο που βγαίνει στο σώμα, γκαβός που χρησιμοποιείται για αυτούς που δεν βλέπουν μάλλον υποτιμητικά, µεσάλ(ι), περδικλώνω που σημαίνει βάζω τρικλοποδιά. Τουρκικές λέξεις όπως σακάτ(η)ς, τσίπρο, χαµπέρ, µπούζ, µασιά, µπαϊλντίζω, νταγιαντίζω, τσαούλ(ι), µπίτ, ταµπλάς, µαστραπάς, κούτσικος. Τα τοπωνύμια της Στενή που συμπεριλαμβάνονται δανεισμένες λέξεις είναι ελάχιστα και αυτά τούρκικα: «Καρατλάκα» δηλαδή του «Καρά (μαύρου) η λάκα». Είναι λίγο έξω από την Πάνω Στενή στο δρόμο για το Στατόρι (κτισμένες καλύβες για αυτούς που είχαν φυματίωση, εξ’όυ και το Στατόρι δηλ. σανατόριο).Στο σημείο αυτό είχαν σκοτώσει «μελαμψό»τούρκο φοροεισπράκορα. Στου Χότζα ανάμεσα πάνω και κάτω Στενής. Στο σημείο αυτό είχε σκοτωθεί τούρκος Χότζας ο οποίος ήταν επικεφαλής τούρκικου στρατού σε μια από τις προσπάθειες που έκαναν οι τούρκοι να πατήσουν στη Στενή. Τέλος το Ντάμ κοντά στου Χότζα ίσως να ονομάστηκε έτσι από κάποια καλύβα που υπήρχε εκεί μιας και στα τούρκικα ντάμι σημαίνει καλύβα, αγροικία. Σκουντέρι: Εφτά χιλιόμετρα νότια του Χωριού. Ήταν υπό τούρκικη κατοχή και ο Πύργος που υπάρχει εκεί ήταν έδρα τούρκου αγά. Από την καταγωγή κάποιου από αυτούς (Σκούταρι) προήρθε και η ονομασία της περιοχής. Ο πύργος είναι ενετικός ενώ μέσα στον οικισμό που είναι τα αγροτόσπιστα υπάρχει και γειτονιά που την λένε τα Βενετσιάνικα.

 

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΠΡΩΤΙΝΑ 2.

Γ.ΜΗΤΑΚΗΣ

ΤΑ ΣΟΓΙΑ ΤΗΣ ΣΤΕΝΗΣ

ΚΑΤΣΑΝΑΣ

ΚΙΡΚΙΛΗΣ

ΚΟΝΤΟΣ

ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ

ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ

ΑΡΧΕΙΑ

Επικοινωνήστε μαζί μας

Αναζήτηση αρχείου