Παρασκευή, 13 Δεκεμβρίου 2024

Η ΣΤΕΝΗ ΤΟΥ ΘΡΥΛΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

ΠΡΟΣΩΠΑ

ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ

ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

Η ΟΡΕΙΝΗ ΦΟΡΕΣΙΑ ΤΩΝ ΔΙΡΦΥΩΝ

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ

Το τάμα

Το είχαμε σαν τάμα εμείς οι κατωχωρίτες, μια φορά το χρόνο, πάντα πριν της Παναγίας, να λειτουργούμε την Παναγία τη Χιλιαδού. Οργανωτής ο αείμνηστος Ηρακλής (Τσακλής) Παλαιολόγος. Οι γυναίκες του χωριού ετοιμάζονταν μέρες γι' αυτή την εκδρομή από το χωριό στην εκκλησία – η μια και μοναδική εκδρομή το χρόνο. Φαγητά, καφέδες, στρώματα, κουρελούδες, σκεπάσματα.

To Tama

Όλη η Κάτω Στενή άλλαζε όψη τις ημέρες εκείνες. Ο Τσακλής μας στοίβαζε όλους στην καρότσα ενός φορτηγού - μέσο ερασιτεχνικό πλην μεγαλοπρεπές.

Στην καρότσα βάζαμε τάβλες σαν αυτοσχέδια καθίσματα. Ο δρόμος ήταν άσχημος, ο χωματόδρομος «τρικυμιώδης». Κάναμε πάνω από δυο ώρες να φτάσουμε στην εκκλησία. Όμως, με τα καλαμπούρια και τα χωρατά του Τσακλή δεν καταλαβαίναμε για πότε φτάναμε.

Η ΜΑΓΕΙΑ
Λειτουργούσαμε το απόγευμα. Η ερημιά αντηχούσε με τη μελωδική ψαλμωδία του Παπά-Κώστα, ο αγριότοπος έπαιρνε τη φωνή του και μας την έστελνε πίσω δέκα φορές πιο γλυκιά. Μόλις τελείωνε η εκκλησία τρώγαμε, γλεντούσαμε και πέφταμε κατάκοποι κι ευχαριστημένοι για ύπνο στρωματσάδα, μέχρι να μας ξυπνήσουν και πάλι οι ύμνοι του παπά. Δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψουν το πώς μας ξυπνούσε, εμάς τους μικρούς, η μαγική αυτή ψαλμωδία. Μοιράζαμε τον άρτο και κατεβαίναμε στην παραλία για μπάνιο και φαγητό κάτω από τα πλατάνια, δίπλα στο ρέμα. Μόνοι μας. Ο Τσώκος δεν είχε ακόμα ανοίξει την ταβέρνα. Η μόνη ψυχή που βλέπαμε για δυο μέρες ήταν η καντηλανάφτισσα της Χιλιαδούς.
Η ΜΑΓΕΙΑ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Τα χρόνια πέρασαν. Οι πρώτοι κατασκηνωτές ανακάλυψαν και λάτρεψαν τον τόπο αυτό σαν το σπίτι τους. Τον εκτίμησαν, τον σεβάστηκαν, τον αγάπησαν. Η παρουσία τους αντί να αφαιρέσει, πρόσθεσε στη μαγεία που ήδη υπήρχε. Οι πλέον παλιοί, και καμιά φορά παρεξηγημένοι θαμώνες, οι γυμνιστές που είναι και φυσιολάτρες, καλύτερα από όλους κατάλαβαν κι αγκάλιασαν τον Παράδεισο που είχαν βρει.
ΤΟ ΤΕΛΟΣ
Σιγά σιγά άνοιξαν μαγαζιά, το ένα μετά το άλλο. Κάποιοι κατασκηνωτές έφτιαξαν τα πρώτα σπίτια. Χρόνο με το χρόνο γέμισε η παραλία κόσμο, μαγαζιά ακόμα και ξενοδοχεία. Αχ, αυτή η άσφαλτος! Κάποιοι από τους πρώτους κατασκηνωτές έφυγαν και δεν ξαναπάτησαν. Κάποιοι άλλοι προσπάθησαν να σώσουν ότι μπορούσαν. Αγωνίστηκαν. Αλλά ως γνωστόν, η εποχή μας δεν είναι πια για ρομαντικούς. Η μαγεία δεν μπορεί να σωθεί και χάνεται σταδιακά και σταθερά.

Γιάννης Μητάκης

ΤΑ ΣΟΓΙΑ ΤΗΣ ΣΤΕΝΗΣ

ΚΑΤΣΑΝΑΣ

ΚΙΡΚΙΛΗΣ

ΚΟΝΤΟΣ

ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ

ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ

ΑΡΧΕΙΑ

Επικοινωνήστε μαζί μας

Αναζήτηση αρχείου