Τον έπιασαν δια λεβεντιά
Τον έπιασαν δια λεβεντιά.
Αυτή ήταν η απάντηση μάνας, όταν την ρώτησαν γιατί συνέλαβαν τον γιό της. Τίποτα άλλο δεν επικρίθηκε και τίποτα άλλο δεν λατρεύτηκε τόσο τον 19ο αιώνα, όσο η ληστεία. Καθάρματα, δολοφόνοι, βασανιστές κρίνονταν από την εξουσία, ανυπόταχτοι, ελεύθεροι, προστάτες κρίθηκαν από ένα μεγάλο μέρος του λαού. Η αλήθεια βέβαια μάλλον πρέπει να είναι κάπου στη μέση
Παράδειγμα του κλήματος της εποχής είναι τα παρατσούκλια που έπαιρναν στη Στενή τα μέσα του 19ου αιώνα και τα έφεραν με τιμή. Ονόματα γνωστών λήσταρχων Κουλουφέζας (Ιωάννης Γιαλός),Καλαμάτας (Κώστας Παπαναστασίου) κατά μια εκδοχή, Λιόλιος (Καράγκος), Σκαμπαρδόνης (Παπαναστασίου), Νταβέλης (Χουλιάρας) κ.λπ.
ΟΙ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΣΤΟ ΚΛΑΡΙ
Μετά την απελευθέρωση από τους τούρκους, οι έλληνες δεν είδαν να καλυτερεύει κάτι στη ζωή τους. Οι τσιφλικάδες και οι κοτζαμπάσηδες πήραν την εξουσία από τους τούρκους αγάδες και σε πολλές περιπτώσεις η εξουσία που ασκούσαν ήταν πολύ χειρότερη. Οι αγωνιστές που έχυσαν το αίμα τους για την λευτεριά έμειναν άνεργοι και πεινασμένοι.
«Αφού σας φτιάσαμεν το ρωμέικον, μας κάνατε και είλωτες. Θα μας παλουκώσετε γιατί χύσαμε το αίμα μας δι’αυτήν την πατρίδα και τίποτις δεν κερδίσαμε. Γιόμισαν οι χάψες του κράτους, μας πήραν την ματοκυλισμένη μας γη, την αγόρασαν από ένα γρόσι το στρέμμα και βάλαν εμάς με τ’ αλέτρι και τραβούμε και βγάνομεν των συγγενών μας τα κόκαλα».
Μακρυγιάννης.
Από την αρχή της βαυαροκρατίας πολλοί από τους αγωνιστές βγήκαν πάλι στο κλαρί για να επιβιώσουν.
Οι λήσταρχοι έπαιζαν διαφορετικούς ρόλους. Άλλοτε εμφανίζονταν ως εκδικητές και τιμωροί ανούσιων πράξεων και υπερασπιστές αδικημένων ανθρώπων κι άλλοτε ως υπερασπιστές συμφερόντων πολιτικών οι οποίοι και τους κάλυπταν. Ενίοτε έπαιζαν το ρόλο του προστάτη και του ευεργέτη σε περιπτώσεις κατάφωρης αδικίας. Γίνονταν κουμπάροι, νονοί, προίκιζαν φτωχά κι ορφανά κορίτσια ή έβγαζαν από τη δύσκολη θέση τους ανήμπορους και τους πονεμένους δίνοντάς τους μεγάλα χρηματικά ποσά. Πολλές φορές χρησιμοποιήθηκαν από το κατεστημένο της πολιτικής ζωής όχι μόνο προς άγραν ψήφων αλλά και για πίεση προς την αντίπαλη πολιτική παράταξη.
ΤΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ
Ο βουλευτής Σωτήριος Σωτηρόπουλος που συνελήφθη από τους ληστές στις 28 Ιουλίου 1866 και έμεινε αιχμάλωτός τους 36 μέρες, μας διασώζει τα λόγια και τα παράπονα του ληστή Μήτρου Λαφαζάνη. Ο Μήτρος Λαφαζάνης μιλώντας προς αυτόν του λέγει: «Και τι είναι τα ιδικά μας εγκλήματα (…) απέναντι των ιδικών σας. Καθείς από εμάς ή επλήγωσεν ή εφόνευσε κανένα ασυνείδητον άνθρωπον, ο οποίος μας κυνηγούσε και μας κατέτρεχεν αδίκως, ενώ σεις (δηλ. οι μεγάλοι Βουλευτές και Υπουργοί) εκάμετε μίαν επανάστασιν, ερρίψατε από τον θρόνον του ένα Βασιλιά, εσκοτώσατε τόσους ανθρώπους, εδυστυχήσατε τόσας οικογενείας και εφονεύσατε το έθνος με μεγάλα χρέη, τα οποία δεν θα ημπορέση να πληρώση ποτέ.» Και όμως σεις κάθεσθε ως καλοί νοικοκυραίοι και απολαμβάνετε όλα τα αγαθά, ημείς καταδιώχθημεν ως άγρια θηρία και τα μεταβατικά αποσπάσματα έφαγον τα πρόβατά μας, κατέστρεψαν τα σπίτια μας, ατίμησαν τας αδελφάς μας και μας έφεραν εις την ανάγκην να γένωμεν λησταί και να τρέχωμεν εις τα βουνά, για να γλυτώσωμεν από την λαιμητόμον και να απεθάνωμεν ως άνδρες: δεν μας λέγεις δια ποίον λόγον οι καπελάδες οι πολιτικοί δεν καταδιώκονται, μήπως τάχα τους αμνήστευσεν εκείνους κανείς;… Εις τας επαρχίας έγιναν πολλά κακά από τους τρανούς και όμως κανείς δεν τους κυνηγάει, πολλοί δε από αυτούς είναι Βουλευταί αι φυλακαί και η λαιμητόμος είναι μόνον δια τους φτωχούς και τους μικρούς, δια τούτο και ημείς όσον καιρό ζήσωμεν, έχομεν σκοπόν να τους κυνηγούμεν τους πολιτικούς».
Ο ΡΟΥΣΣΗΣ ΚΑΙ Ο ΤΟΥΓΚΡΑΣ
Στην περιοχή μας έχει σωθεί ο μύθος των δυο λήσταρχων του Ρούσση και του Τούγκρα που είχαν το λημέρι τους λίγο κάτω απο τα Έρμα στις Γίδες. Στην περιοχή αυτή που τότε υπήρχαν παρθένα και αδιάβατα δάση υπάρχουν τα ερείπια της εκκλησίας της Αγίας Αικατερίνης. Υπάρχει ακόμα και σήμερα του Ρούσση η Βρύση.
Αυτοί οι λήσταρχοι έκλεβαν αυτούς που είχαν και πάντρευαν άπορα κορίτσια.
Γ.ΜΗΤΑΚΗΣ