Παιδικά παιχνίδια
Επειδή κάποτε τα έτοιμα παιχνίδια δεν είχαν εμφανιστεί στο χωριό μας, τα παιδιά βολεύονταν με ότι υλικά έβρισκαν μπροστά τους Από το γουρούνι που έσφαζαν οι γονείς τους τα Χριστούγεννα, έπαιρναν την φούσκα (ουροδόχος κύστη), την έτριβαν με στάχτη για να καθαρίσει και ήταν έτοιμη για φούσκωμα. Ο πόλεμος παιζόταν με χειροποίητα ξύλινα όπλα, τα κορίτσια έφτιαχναν πάνινες κούκλες και έβαζαν μαλλιά από την ουρά του αλόγου. Οι χωμάτινοι βόλοι γίνονταν εύκολα μιας και το χωριό μας έχει πολύ κοκκινόχωμα. Κυνηγητό, κρυφτό, αμπάριζα, μακριά γαϊδούρα, τυφλόμυγα. ήταν από τα παιχνίδια που δεν χρειάζονταν εξοπλισμό. Βέβαια τα παιχνίδια άλλαζαν ανάλογα με την ηλικία και το φύλο.
Αγαπημένο παιχνίδι για τα αγόρια από μια ηλικία και μετά ήταν ο πετροπόλεμος. Το υλικό ήταν άφθονο και τα κεφάλια άνοιγαν το ένα μετά το άλλο. Βέβαια εκεί ακολουθούσε και δεύτερο μέρος ξύλου από τους γονείς ή τον δάσκαλο αυτή τη φορά στο σπίτι η στο σχολείο, γιατί το παιχνίδι ήταν απαγορευμένο. Αγαπημένο παιχνίδι για τα κορίτσια τα φεγγαρόλια. Ένα παιχνίδι σαν το κουτσό μόνο που έπρεπε να μετακινήσεις κι ένα κομμάτι από κεραμίδι από τετράγωνο σε τετράγωνο.
Στα ομαδικά παιχνίδια, αμπάριζα, πόλεμο, τόπι, υπήρχαν δύο αρχηγοί οι οποίοι έπρεπε να διαλέξουν τις ομάδες τους. Οι τρόποι ήταν αρκετοί. Ένας τρόπος ήταν τα μυτάκια.
Βάζουμε μυτάκια;
Οι δυο αρχηγοί ξεκίναγαν από μακριά και έκανε ο καθένας τρείς πατούσες. Το δεξί πόδι μπροστά, το αριστερό μετά και το δεξί πάλι μπροστά. Όποιος τύχαινε να πατήσει πρώτος το πόδι του άλλου ήταν ο νικητής και διάλεγε το πρώτο άτομο. Κατά σειρά διάλεγαν από ένα άτομο ώσπου να συμπληρωθεί η ομάδα. Σε άλλα παιχνίδια λέγανε «να τα σκάσουμε» ή «να τα ρίξουμε». Π.χ.«Μπουφ! Πέντε φούσκες στον αέρα μάννα, πατέρα, μπλούφ»! Κάθε συλλαβή κι ένα παιδί. Στο τελευταίο μπουφ έβγαινε έξω ένας ένας, ώσπου να μείνει ο τελευταίος η «ανέβηκα σ' ένα βουνό και είδα ένα γουρούνι το κοίταξα καλά καλά και σου 'μοιαζε στη μούρη. Γω γω γω, συ συ συ. Το γουρούνι είσαι 'συ!» ή «Α μπε μπα μπλομ, του κίθε μπλομ, α μπε μπα μπλομ του κίθε μπλομ μπλιμ μπλομ» κ.λπ.
Λεκτικά παιχνίδια
Κολοκυθιά, αλάτι ψιλό αλάτι χοντρό κ.λπ.
Το παραπούπλου (παραπουλάω) ή όπως το λένε αλλού σ΄αγαπώ, σ’αγαπώ.
-Παραπούπλου-Ποιόνε πλεις-Τον Γιάννη-Και που τον βάζεις;
-Πάνω στο σκαλί-Κι αν πέσει από το σκαλί;
-Να φάει ένα ψόφιο σκυλί!
Η απάντηση ήταν πολλές φορές υποτιμητική, αν δεν συμπαθούσες κάποιον η πολύ καλή αν τον συμπαθούσες π.χ. κοιλίτσα- Να τον φυλάει ο θεός κι η παναγίτσα!
Αμπάριζα
Η αμπάρζα παίζεται από δυο ομάδες. Αμπάρζα είναι το ορμητήριο από όπου ξεκινάς. Συνήθως ήταν ένας τοίχος, ένα δένδρο, μια κολόνα. Αφού δημιουργηθούν οι ομάδες η κάθε μια διαλέγει την αμπάρζα της. Πολύ κοντά στο ορμητήριό τους χαράζουν κι ένα κύκλο όπου θα βάλουν τους αιχμαλώτους που θα πιάσουν.
Συνήθως ο πιο τολμηρός είναι αυτός που βγαίνει πρώτος και κινείται για να ακουμπήσει την αμπάρτζα της άλλης ομάδας, πράγμα αδύνατον βέβαια γιατί στην άλλη αμπάρτζα είναι όλη η άλλη ομάδα και «τον έχουν» δηλαδή μπορούν να τον πιάσουν όλοι. Από την άλλη ομάδα κάποιος ακουμπάει τον τοίχο που έχει οριστεί σαν αμπάρζα και φωνάζει.
-Παίρνω αμπάρζα και σε έχω. Αρχίζει να τον κυνηγάει.
Τότε από την άλλα ομάδα παίρνει αμπάρζα κάποιος άλλος και κυνηγάει αυτόν που κυνηγάει τον πρώτο κ.λπ. Έτσι βγαίνουν και τ' άλλα παιδιά και κυνηγούν. Κάθε παιδί έχει το δικαίωμα να κυνηγήσει τα παιδιά που έχουν βγει πριν απ' αυτόν, αλλά όχι τα παιδιά που έχουν βγει μετά.
Η αμπάρζα ανανεώνεται, δηλαδή όποιος ξαναγυρίσει και ακουμπήσει στύλο μπορεί να κυνηγήσει όλους τους αντιπάλους.
Όποιος πιάνεται στο κυνηγητό μπαίνει φυλακή, δηλαδή μέσα στο κύκλο. Για να ελευθερωθεί πρέπει να τον ακουμπήσει παίχτης της ομάδας του.
Νικήτρια είναι η ομάδα που θα μπορέσει να ακουμπήσει την αμπάρζα της άλλης.
Άλλα παιχνίδια
Το πατώ είναι παιχνίδι που έπαιζαν ένας ένας. Σχεδίαζαν ένα μακρόστενο σχήμα στο έδαφος με αρκετά τετράγωνα. Κέρδιζε αυτός που κατάφερνε με δεμένα μάτια να περάσει χωρίς να πατήσει τις γραμμές. Σε κάθε βήμα ρώταγε τα άλλα παιδιά. Αν του έλεγαν πατάς έχανε και έπαιζε άλλος. Επίσης στο θέλουμε πόλεμο ήταν δυο ομάδες η μια απέναντι από την άλλη. Κρατούσαν ο ένας τον άλλον με τα χέρια τους πολύ σφιχτά σχηματίζοντας αλυσίδα.
Θέλουμε πόλεμο φώναζε η μια ομάδα. Η άλλη απαντούσε -κι εμείς ειρήνη.-Και ποιόνε στέλνετε. Τον Κώστα. Ο Κώστας έπαιρνε φόρα και προσπαθούσε να σπάσει κάποιο κρίκο της αντίπαλης ομάδας. Αν τα κατάφερνε έπαιρνε έναν μαζί του αν όχι έμενε στην νέα του ομάδα.
Στα σκατούλια έψαχναν για σπασμένα κεραμίδια, τα έβαζαν οριζόντια το ένα πάνω στο άλλο φτιάχνοντας ένα πύργο. Με πέτρες από κάποια απόσταση προσπαθούσαν να τα ρίξουν και να προλάβουν τον σκατλιέρη πριν τα μαζέψει γιατί θα έπαιρναν τη θέση του. Στη μακριά γαϊδούρα τα μισά παιδιά σκύβουν ο ένας μετά τον άλλο δημιουργώντας μια σειρά και οι υπόλοιποι παίρνουν φόρα και πηδάνε από πάνω τους για να φτάσουν όσο πιο μακριά μπορούν. Όποιος πέσει, χάνει!
Γυμναστικές επιδείξεις
Στις γυμναστικές επιδείξεις που γίνονταν παλιά στα σχολεία στο τέλος της χρονιάς, το πρόγραμμα είχε σουηδική γυμναστική και αρκετά αγωνίσματα. Τρέξιμο, άλματα, σκυταλοδρομία κ.α. Δυο διαγωνισμοί όμως ήταν αυτοί που χάριζαν άφθονο γέλιο.
Η τσουβαλοδρομία
Τα παιδιά έμπαιναν σε ένα τσουβάλι και το έδεναν στη μέση τους. Ο μόνος τρόπος για να μπορέσουν να κινηθούν ήταν τα μικρά πηδηματάκια. Διαγωνίζονταν στην ταχύτητα ενώ οι πτώσεις ήταν συνεχόμενες.
Η αυγουλοδρομία
Τα παιδιά έβαζαν ένα κουτάλι στο στόμα το οποίο είχε πάνω ένα αυγό. Τα χέρια ήταν σταυρωμένα πίσω στην πλάτη. Αυτός που θα τερμάτιζε πρώτος χωρίς να του πέσει το αυγό ήταν ο νικητής.
Γιάννης Μητάκης