steni.gr
Στις 19-3-2011 απεβίωσε η Αθανασία Γιαμά, σε ηλικία 81 ετών και η κηδεία της έγινε στον Ιερό Ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου στην Άνω Στενή.
Η Αθανασία γεννήθηκε το 1930 και γονείς της ήταν ο Αντώνιος Καμαριώτης και η Ελένη Γάτου.
Το 1952 παντρεύτηκε με τον Προκόπη Γιαμά που ήταν γιος του Ευάγγελου Γιαμά και της Παναγιώτας Μπασινά.
Τα πρώτα χρόνια ασχολήθηκαν με την κτηνοτροφία και μοίραζαν τη ζωή τους, μεταξύ Στενής τους καλοκαιρινούς μήνες και στην περιοχή του Αφρατίου τους χειμερινούς μήνες μιας και η εκτροφή των ζώων είχε νομαδικό χαρακτήρα εκείνη την εποχή.
Το 1966 άνοιξαν αρτοποιείο στην Άνω Στενή που διατηρείται μέχρι σήμερα.
Απέκτησαν μία κόρη, την Ευαγγελία, που παντρεύτηκε με τον Ανέστη Στεφανή από τους Βούνους και διαμένουν στη Στενή.
Ο Ανέστης και η Ευαγγελία απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Την Ελένη, τον Ευάγγελο, την Αθανασία και την Προκοπία.
Η Αθανασία με το σύζυγό της Προκόπη εργάστηκαν σκληρά σαν κτηνοτρόφοι αλλά και σαν αρτοποιοί αργότερα για να επιβιώσουν και να βοηθήσουν το παιδί τους και τα εγγόνια τους.
Στη ζωή τους πάντα επικρατούσε η λογική σε κάθε τι που αφορούσε το αύριο και το μέλλον του παιδιού και των εγγονών τους.
Ότι περιουσιακά στοιχεία απέκτησαν (αγορές, κατασκευή σπιτιών κλπ) φρόντιζαν να μη δανείζονται και να δημιουργούν από τα ήδη υπάρχοντα εισοδήματά τους. Όταν έφτιαχναν ή αγοράζανε κάτι έλεγαν χαρακτηριστικά. Θέλουμε να είναι δικά μας και όχι της Τράπεζας.
Η Αθανασία Γιαμά υπήρξε μια γυναίκα εργατική, πρόσχαρη, ευγενική, πρόθυμη και εξυπηρετική. Δεν δημιουργούσε προβλήματα με τους συγχωριανούς και μοναδικός σκοπός της ζωής της ήταν να προσφέρει ότι μπορούσε στο παιδί της και στα εγγόνια της.
Υπήρξε πολύ καλή μητέρα, αλλά καλύτερη ακόμα γιαγιά, μιας και τα εγγόνια της τα υπεραγαπούσε και τα νοιαζόταν μέχρι τις τελευταίες στιγμές της ζωής της.
Κι αυτά όμως την υπεραγαπούσαν και το έδειχναν με κάθε τρόπο. Στις τελευταίες στιγμές της ζωής της ήταν δίπλα της καθ΄όλη τη διάρκεια της ασθένειάς της.
Ποτέ δεν είχε αρρωστήσει η Αθανασία. Ούτε μια μέρα από τη ζωή της δεν είχε διανυκτερεύσει σε νοσοκομείο και ξαφνικά τη βρήκε η ασθένεια στα 81 χρόνια της και σε λίγο καιρό ο Θεός την Πήρε μαζί του.
Όλο το χωριό συγκλονίστηκε από το ξαφνικό γεγονός του θανάτου της Αθανασίας και πλήθος κόσμου την συνόδευσε στην τελευταία της κατοικία.
Ο πιο παλιός Γιαμάς που βρήκαμε, από το κλαδί με το παρατσούκλι Καρβελάδες, είναι ο Γιάννης, που παντρεύτηκε τη Μαρία που δεν έχει σωθεί από ποιο σόι ήταν.
Έκαναν το Σπύρο που παντρεύτηκε τη Βεργέτα και τη Μαρία που παντρεύτηκε τον Παναγιώτη Κορώνη.
Α)-Ο Σπύρος Γιαμάς και η Βεργέτα, έκαναν τον Ιωάννη Γιαμά (1877-1952), που παντρεύτηκε την Παναγιού Κυράνα.
Αυτοί έκαναν τρία παιδιά.
-Την Αικατερίνη (1912-1994) που παντρεύτηκε τον Αλέξανδρο Γραμματικόγιαννη (1919-2007) από την Αγιασοφιά.
-Την Ελένη που παντρεύτηκε το Θανάση Μυλωνά και έμειναν στον Αυλώνα
-Και την Τασά που παντρεύτηκε τον Χαράλαμπο Καρκαλή από την Μακρυκάπα και οι απόγονοί τους μένουν στην Αρτάκη.
Β)-Η Μαρία Γιαμά και ο Παναγιώτης Κορώνης, έκαναν τον Αντώνη, το Νίκο, την Κατερίνα και την Αγγελική.
Γεννήθηκε στη Στενή Ευβοίας, τον Μάιο του 1903.
Εκεί έζησε τα πρώτα παιδικά και μαθητικά του χρόνια και άσκησε εικοσιεπταετή υπηρεσία.
Εκεί δημιούργησε την προσφιλή του οικογένεια και εκεί απεβίωσε το Μάιο του 1972.
Απεφοίτησε κατά σειρά, από το τετρατάξιο Δημοτικό Σχολείο Άνω Στενής, το ελληνικό, το Σχολαρχείο Χαλκίδος και στη συνέχεια ενεγράφη στην Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία, το τότε διδασκαλείο
Επί 40 χρόνια πρόσφερε τις υπηρεσίες του στην Ελληνική Παιδεία με πίστη και αφοσίωση.
Διέπλασε ανθρώπους και εμπλούτισε την Ελληνική κοινωνία με άτομα τα οποία κατέλαβαν υψηλές θέσεις και διαδραμάτισαν υψίστης σπουδαιότητας ρόλο, από εμφανών ή αφανών θέσεων για την πρόοδο της ιδιαίτερης πατρίδας και του έθνους.
Διορίστηκε πρώτα στο Μονοτάξιο Δημοτικό Σχολείο Κάτω Στενής το 1921.
Κατόπιν κατετάγη στο στρατό όπου υπηρέτησε τη θητεία του ως αξιωματικός του πυροβολικού το 1922.
Απολυόμενος των τάξεων του στρατού διοριστηκε εκ νέου στο Μονοτάξιο Δημοτικό Σχολείο Στροπώνων το 1923.
Εν συνεχεία μετετέθη στο Μονοτάξιο Δημοτικό Σχολείο Μίστρου και από εκεί στο Δημοτικό Σχολείο Τσαπουρνιάς Ξηροχωρίου.
Το Μάιο του 1930 νυμφεύθηκε την Αγγελική Παπακωνσταντίνου, θυγατέρα του Γεωργίου Παπακωνσταντίνου, διδασκάλου, μετά της οποίας απέκτησε πέντε τέκνα τέσσερα των οποίων επιζούν.
Μετά το γάμο του μετετέθη στο Μονοτάξιο Δημοτικό Σχολείο Αγίας Σοφίας (Αγιασοφιάς) και εν συνεχεία στο Μονοτάξιο Δημοτικό Σχολείο Λούτσας
Το 1935 μετετέθη στο Διτάξιο Δημοτικό Σχολείο Άνω Στενής, όπου παρέμεινε μέχρι συνταξιοδότησής του.
Το 1939-1940 πρόσφερε τις υπηρεσίες του στην Πατρίδα ως αξιωματικός του πυροβολικού, στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο.
Γεννήθηκε το Μάιο του 1903 και ενυμφεύθει τον Μάιο του 1930.
Το Μάιο του 1938 αβάσταχτος πόνος συνέτριψε την πατρική του καρδιά με το θάνατο του λατρευτού του γιου Κωνσταντίνου.
Το Μάιο του 1950 έχασε τον πολυαγαπημένο του πατέρα και το Μάιο του 1972 παρέδωσε την ψυχή του στο Θεό, αφού προηγουμένως είχε εκπληρώσει στο έπακρο την αποστολή του ως άνθρωπος, ως διδάσκαλος, ως οικογενειάρχης, ως Στενιώτης.
Η υψηλή του αποστολή, του έδωσε την ευκαιρία να εξοικειωθεί με τα εκκλησιαστικά και παιδαγωγικά πράγματα, με τη θρησκευτική και την πολιτική ατμόσφαιρα του χωριού, με τις λειτουργίες και τις διδασκαλίες με τα εξωκλήσια και τα σχολεία.
Όλα αυτά του διαμόρφωσαν μια ελληνοχριστιανική ιδιοσυγκρασία που τη διατήρησε αλώβητη μέχρι το τέλος της ζωής του.
Πάντοτε έπραττε αυτό που του επέβαλε το καθήκον, ανεξαρτήτως καταστάσεων, συμφερόντων, φόβων, συμπαθειών.
Αγάπησε την ιδιαίτερη πατρίδα του περισσότερο από κάθε τι άλλο στον κόσμο και αποκλειστικό του όνειρο και προορισμός στη ζωή του έγινε η πρόοδος και το μεγάλωμά της.
Προς το σκοπό αυτό ανέπτυξε μία καταπληκτική δραστηριότητα, υπό συνθήκες τόσο ενάντιες, ώστε να κυριαρχήσει στις ψυχές των συμπατριωτών του ως μία σημαίνουσα φυσιογνωμία.
Ο θάνατός του προκάλεσε βαθειά συγκίνηση στις ψυχές όλων ανεξαρτήτως, διότι η αγάπη του υπήρξε τόσο μεγάλη, τόσο δυνατή, τόσο ανιδιοτελής, χωρίς φραγμούς, χωρίς όρια, που περιελάμβανε στους κόλπους της και αυτούς ακόμη τους εχθρούς του.
Το βιβλίο του «Το Χρονικόν της Στενής του Νομού Ευβοίας», ήταν το τελευταίο και καλύτερο δώρο που μπορούσε να προσφέρει στον τόπο που τόσο αγάπησε.
Π.Γ – Ι.Γ
Στις 3-9-2006 απεβίωσε η Παναγιώτα Γιαννούκου-Τζιαμαρίνο σε ηλικία 72 ετών.
Η Παναγιώτα ήταν κόρη του Δημητρίου και της Αγγελικής Γιαννούκου.
Γεννήθηκε στη Στενή. Το 1964 παντρεύτηκε με το Ρόκκο Τζιαμαρίνο από την Ιταλία και απέκτησε δύο παιδιά το Φράνκο και την Τζιοβάνα.
Η Παναγιώτα τελείωσε την Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία και την Ανωτάτη Βιομηχανική Σχολή.
Μετά την απόκτηση των πτυχίων της, πήγε στη Γερμανία, που εργάστηκε ως δασκάλα στην «Οθώνειο Σχολή» Εκεί γνωρίστηκε με το σύζυγό της.
Αργότερα όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, εργάστηκε για ένα διάστημα στην Ιόνιο Σχολή και το 1969, ίδρυσε δικό της ιδιωτικό Δημοτικό Σχολείο και Νηπιαγωγείο, την «Ελληνοϊταλική Σχολή» Το 1994-95 έκλεισε η Ελληνοϊταλική Σχολή και η Παναγιώτα Γιαννούκου διορίστηκε στο 5ο Δημοτικό Σχολείο Αχαρνών Αττικής.
Το 1996-97 αποσπάστηκε στο Σαλέντο της Ιταλίας, ύστερα από εισήγηση του Υπουργείου Παιδείας σε συνεργασία με το Υπουργείο Εξωτερικών, στις Ελληνόφωνες κοινότητες της Νοτίου Ιταλίας, όπου και παρέμεινε μέχρι τη συνταξιοδότησή της.
Μετά τη συνταξιοδότησή της 2001-2002 και κατόπιν απαίτησης του Ιταλικού γραφείου της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης του Νομού Απουλίας παρέμεινε στην Ελληνόφωνη περιοχή του Σαλέντο της επαρχίας Λέτσε για να συνεχίσει το έργο της, τη διδασκαλία δηλαδή των Ελληνόφωνων μαθητών του νομού, σύμφωνα με τη συγκριτική μέθοδο, την οποία εμπνεύστηκε η ίδια και υλοποίησε σε συνεργασία με την Ιταλίδα συνάδελφό της Άντα Νουτσίτα, διευθύντρια του Ιταλικού Σχολείου «Comprensino “Don gnocchi”». Μέθοδος η οποία καθιερώθηκε και εντάχθηκε στο ωρολόγιο πρόγραμμα και διδάσκεται μέχρι σήμερα.
Το 2004-2005 έγινε διοικητικό μέλος του συμβουλίου του Ελληνοιταλικού συλλόγου «Grecia-gr associazione Italoellenica».
Παράλληλα μελετούσε και κατέγραφε όλους τους ιδιωματισμούς αυτής της διαχρονικής γλώσσας, ανακαλύπτοντας και ξεχασμένες λέξεις που έλκουν τις ρίζες τους στην αρχαία Ελληνική.
Η Παναγιώτα Γιαννούκου ήταν ένας άνθρωπος καλοσυνάτος και χαρούμενος. Μια γυναίκα ενεργητική, ακούραστη, πρωτοπόρα, οραματίστρια και θαρραλέα.
Υπήρξε μια καλή σύζυγος, μια στοργική μητέρα, μια ευσυνείδητη δασκάλα, ένας ανιδιοτελής άνθρωπος.
***
Στις 13-9-2006 στην εκκλησία Madonna Arcona δήμου του Castrignano dei Creci παρουσία κόσμου και των τοπικών αρχών τελέστηκε μνημόσυνο.
Ταυτόχρονα δε αναπέμφθηκαν δεήσεις και στις δώδεκα Ελληνόφωνες κοινότητες του Σαλέντο της επαρχίας Λέτσε του Νομού Απουλίας, κοινότητες στις οπαίες πρόσφερε επί σειρά ετών τις υπηρεσίες της ακούραστα, με πολύ ενδιαφέρον και υπέρμετρη αγάπη.
Στις 4-6-1999 απεβίωσε και στις 5-5-1999 έγινε η κηδεία της Παρασκευής Γιαννούκου (Παρασκευάνας), στον Ιερό Ναό «Κοίμηση της Θεοτόκου» στην Άνω Στενή. Ήταν 95 ετών.
Η Παρασκευή Γιαννούκου υπήρξε μια ηρωική μορφή.
Σε ηλικία 26 ετών χήρεψε, έχοντας τέσσερα παιδιά. Το Δημήτρη, τη Βαγγελιώ, την Ελένη και τη Βενετσιάνα (Τσάνα).
Δέχτηκε τη μοίρα της και αφοσιώθηκε στα παιδιά της, χωρίς ούτε για μια στιγμή να σκεφτεί να ξαναφτιάξει τη ζωή της.
Επί 70 ολόκληρα χρόνια σαν χήρα, αγωνίστηκε να αναστήσει τα παιδιά της και έγινε γι αυτά μητέρα και πατέρας και στη συνέχεα γιαγιά και παππούς, για τα εγγόνια και τα δισέγγονά της.
Μια σύγχρονη Σουλιώτισσα καπετάνισσα που πάλεψε για τη φαμίλια της με τα χωράφια, την κοινωνία και κυρίως με τα συναισθήματά της.
Έπρεπε να παραστήσει τον αυστηρό πατέρα και έπνιγε τη μητρική στοργή που βολόδερνε μέσα της. Γελούσε και παράλληλα κατέβαλε υπεράνθρωπη προσπάθεια να σταματήσει τα δάκρυα που ανέβαιναν στα μάτια της, σπρωγμένα από τη μοναξιά και την ατυχία.
Και τι δεν ήταν πρόθυμη να προσφέρει για τα παιδιά της αλλά και τα εγγόνια της, που τα θεωρούσε δύο φορές παιδιά της.
Ωστόσο δεν ήθελε (δεν έπρεπε) να τους δείχνει μεγάλη αδυναμία και «ήμερο μάτι δεν τους έδινε»
Την αγάπη και την προστασία της τη φανέρωνε μόνο με έργα.