Υλοτόμοι στη Στενή
Άλλο ένα συμπληρωματικό εισόδημα για τους Στενιώτες ήταν η υλοτομία.
Απαραίτητα εργαλεία για τον υλοτόμο ήταν τα τσεκούρια του, η βαριά, οι σφήνες, ο κόφτης και τα διάφορα πριόνια.
Με το τσεκούρι ή με τον κόφτη έριχναν κάτω τα δέντρα, τα τεμάχιζαν από ενάμιση μέτρο, μέχρι όσο ήταν απαραίτητο, βγάζανε την έξω φλούδα και έφταναν στο ασπράδι του ξύλου. Μετά έφτιαχναν μια πρόχειρη κατασκευή από τάκους και άλλα ξύλα και από πάνω έβαζαν το κούτσουρο.
Η υλοτόμηση χρήσιμης ξυλείας, γινόταν το σαραντάημερο, με το τέλος του φθινοπώρου, τότε που τα δέντρα είχαν τους λιγότερους χυμούς και το φεγγάρι ήταν στη χάση του.
Εκτός από το χρόνο της κοπής, διάλεγαν και τον τόπο της υλοτόμησης. Έλατα από προσήλια κι άγονα μέρη, είναι ανθεκτικά στο σαράκι και στο σάπισμα, όμως είναι στριφτόξυλα, ροζάρικα, μικροφτιαγμένα κι άκομψα. Έλατα από εύφορα και παραποτάμια μέρη, είναι ψηλά ευθυτενή με ίσια νερά κι άροζα, όμως είναι ντελικάτα κι ευάλωτα.
Το «ραμματίζανε» λοιπόν με το σχοινί, με κόκκινη μπογιά ή ώχρα (κίτρινη μπογιά), για να μην φύγουν από την ευθεία.
Έδεναν το ξύλο με σχοινί, έβαζαν πέτρες από πίσω για να μην έχει «μπαλάντζο» και ξεκινούσαν το πριόνισμα.
Στο πριόνισμα, ένας ήταν από πάνω και ο μάστορας από κάτω.
Τα ξύλα που έκοβαν ήταν, τάβλες, πέταβρα, ψαλίδια, ξύλα για βαρέλια, κ.α.
Επειδή ήταν πολύ δύσκολη η μεταφορά ειδικά των μεγάλων ξύλων, γιατί δεν μπορούσαν να φορτωθούν στα ζώα, κάρφωναν μια σφήνα με γάντζο στο ξύλο, το έδεναν στο ζώο και τα πήγαιναν σέρνοντας μέχρι το χωριό.
Πολλοί άνθρωποι που ήθελαν ξυλεία για προσωπική τους χρήση, για το χτίσιμο των σπιτιών, για την κατασκευή διάφορων αγροτικών εργαλείων, για καυσόξυλα, πήγαιναν και τα «έκαναν» μόνοι τους.
Αν κάποιος δεν μπορούσε να κόψει μόνος του τα ξύλα, για το τζάκι του τα παράγγελλε στους υλοτόμους και σαν μονάδα μέτρησης ήταν το «φόρτωμα», που σημαίνει ένα καλά φορτωμένο μουλάρι.
Η παραγγελία ήταν «φέρε μου πέντε φορτώματα ή δέκα φορτώματα ξύλα» και η τιμή διαμορφωνόταν με το φόρτωμα. Ποσό στοιχίζει το φόρτωμα;»
Τα εργαλεία που χρειαζόταν ο υλοτόμος ήταν
Τα πριόνια.
α). Ο κόφτης. Χρησιμοποιούταν για τις ρίψεις των δέντρων και για τον τεμαχισμό των κορμών τους, καθώς επίσης και για το κόψιμο των
καυσόξυλων.
β).Καταρράχτης. Ήταν το πριόνι για την παραγωγή της πριστής ξυλείας. Αφού πρώτα τετραγώνιζαν με το τσεκούρι το κούτσουρο (ελατοκορμό), το ανέβαζαν πάνω στη διαμορφωμένη με κορμούς βάση, και έδεναν κατά μήκος του ξύλου ένα ράμμα, εν είδει χορδής, αφού πρώτα το εμπότιζαν σ΄ ένα κουτάκι με χρώμα.
Τεντώνοντας και στη συνέχεια αφήνοντας το σχοινί, αποτυπωνόταν στο ξύλο η γραμμή, που ήταν ο οδηγός για το κόψιμο με το πριόνι. Εκεί, στο τεζάκι, οπλισμένοι με ιώβεια υπομονή, ο ένας πάνω κι ο άλλος κάτω, πριόνιζαν για να βγάλουν σανίδια, καδρόνια κ.λ.π.
γ).Χειροπρίονο. έκοβαν μ΄ αυτό τα λιανά ξύλα, κυρίως καυσόξυλα.
Τσεκούρια.
α). Τσεκούρι γενικής χρήσης. Είναι ο καθαρευουσιάνικος σφυροπέλεκυς, και κόβεις και σφυροκοπάς.
β). Τσεκούρι. Ένα τσεκούρι μετρίου μεγέθους ικανό να κόψει άνετα ένα δέντρο ή να σχίσει ένα χοντρό καυσόξυλο.
γ). Τσεκουράκι Ήταν ένα μικρό τσεκούρι για ξεκλάρισμα ή για άλλες ελαφρές δουλειές.
δ). Τσεκούρι υλοτομικό. Ήταν μόνο πέλεκυς και όχι σφυροπέλεκυς. Χρησιμοποιείτο στην υλοτομία για το ξερόζιασμα και το ξεφλούδισμα των κορμών.
Επίσης καρφώνοντάς το στην τομή του κορμού έπαιζε τον ρόλο του κορμοστροφέα.
ε). Τσεκούρι με μεγάλη ακμή κοπής σε σχέση με το κοινό τσεκούρι
και ήταν σε διάφορα μεγέθη
Σφήνες.
α). Σιδηρόσφηνα. Ήταν η κατ΄ αρχήν χρησιμοποιούμενη σφήνα, που εισχωρούσε στο ξύλο, σχίζοντάς το. Κατασκευαζόταν από τον σιδερά της περιοχής και κυκλοφορούσε σε πολλά μεγέθη.
β). Ξυλόσφηνα. Κατασκευαζόταν και αυτή σε διάφορα μεγέθη, από πλατανόξυλο. Χρησιμοποιούταν μετά την σιδηρόσφηνα για να διευρύνει ακόμα περισσότερο το σχίσμα στο ξύλο.
Υλοτομικά προϊόντα.
α). Στρόγγυλη ξυλεία. Είναι ξεφλουδισμένοι κορμοί δέντρων, κατά βάση ελάτων, μικρών ή μεγάλων. Τα βασικά είδη της στρογγυλής ξυλείας είναι τα πατερά, που είναι μεγάλοι κορμοί κατάλληλοι για την κατασκευή πατωμάτων και οροφών των σπιτιών.
β). Πελεκητή ξυλεία. Προερχόταν από έλατα και άλλα άγρια ξύλα (βελανιδιές, κέδρα, κ.α.), κυκλοφορούσε υπό μορφή πατερών, και σανιδιών και ήταν χρήσιμη στην οικοδομική και σ΄άλλες ξυλουργικές εργασίες
γ). Πριστή ξυλεία. Ήταν συνήθως ελάτινη, κυκλοφορούσε υπό μορφή σανιδιών και καδρονιών και χρειαζόταν στις διάφορες ξυλουργικές εργασίες.
δ). Σχιστή ξυλεία. Ήταν κατά κανόνα ελάτινη, κυκλοφορούσε σε πέταβρα και σανίδια και χρειαζόταν για φράχτες και άλλες ξυλουργικές εργασίες
ε). Καυσόξυλα Τα καυσόξυλα ήταν το πρώτο μέλημα του κάθε αγρότη κι ένας μόνιμος λόγος που πήγαινε κι υλοτομούσε στο δάσος. Όλοι ανεξαιρέτως έκοβαν καυσόξυλα, γιατί όλον το χρόνο το τζάκι τους έκαιγε. Εκεί μαγείρευαν και έψηναν το ψωμί τους, εκεί ζεσταίνονταν και ξαπόσταιναν τον χειμώνα με τα κρύα και τους χιονιάδες.
Σαν καυσόξυλα χρησιμοποιούσαν κάθε είδος ξύλου από κάθε δέντρο. Ανάλογα με το μέγεθός τους διακρίνονταν σε χoντρά (κούτσουρα), λιανά, φλούδες, και προσανάμματα. Το συνηθισμένο μήκος τους ήταν γύρω στο μέτρο.
Η ξυλογαϊδάρα. Ήταν φορητή ξυλοκατασκευή πάνω στην οποία τοποθετούσαν τα καυσόξυλα, προκειμένου να τα τεμαχίσουν ακόμα περισσότερο, ώστε να χωράνε στην σόμπα ή στο τζάκι.
-Το κυρίαρχο υλικό των εργαλείων του γεωργού ήταν το ξύλο. Ξύλα υπήρχαν πολλά, το καθένα με τις δικές του ιδιότητες, πολύτιμες για την ποιοτική κατασκευή των εργαλείων του. Ο ίδιος γνώριζε πολύ καλά τις ιδιότητες των ξύλων, καθώς και τους τρόπους βελτίωσής τους. Έτσι στις αστρέχες και στις αποθήκες του είχε ξύλα για στειλιάρια, για φούρκες, για τέμπλες τινάγματος, ειδικά ξύλα για το αλέτρι του και άλλα πολλά.
-Στη Στενή, υλοτόμοι κατά καιρούς ήταν:
Χαράλαμπος Σιμιτζής (Χαραλάμης), Αναστάσιος, Μπαρμπούρης,
Γιάννης Σιμιτζής, Αναστάσιος Θάνος, Θεόδωρος Σιμιτζής(Δόκιμος),
Κώστας Κοντούλας, Χουλιάρας Βασίλειος (Μπιλ),
Σιμιτζής Χαράλαμπος (Λαμής), Δημήτρης Κατσαράνης,
Γιάννης Κατσαράνης, Βαγγέλης, Κατσαράνης,
Νίκος Πισινάρας (Μπαταργιάς), Κώστας βασιλείου (Ντίκας),
Ιωάννης Βλάχος, Πέτρος Βλάχος, Ηρακλής Βλάχος,
Κώστας Ντουμάνης (Κατσαμπέκης), Κουτσάφτης Αγγελής,
Νίκος Θάνος (Τζουρίας), Δημήτριος Πισινάρας (Μπαταργιάς),
Κώστας Πισινάρας (Καρούτζος), Απόστολος Σιμιτζής,
Γεώργιος Ζέρβας (Μπάλιος), Νικόλαος Καρλέτσος.
Και πολλοί άλλοι.
Γιάννης Γιαννούκος