Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου 2024

Η ΣΤΕΝΗ ΤΟΥ ΘΡΥΛΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

ΠΡΟΣΩΠΑ

ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ

ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

Η ΟΡΕΙΝΗ ΦΟΡΕΣΙΑ ΤΩΝ ΔΙΡΦΥΩΝ

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ

Ξημερώνει αυγή δροσάτη

Τα πουλιά ξυπνούνε με τα βαθιά χαράματα. Τινάζουνε τις φτερούγες τους και τονίζουν τον πρωινό ύμνο στον Πλάστη. Γεμίζει ο αέρας κελαηδισμούς κι αντίλαλους.

Πέρα πιο ψηλά, κατά την ανατολή, σε άλλη ράχη που σταυρώνεται με τούτο το σύρραχο γραμμή, μαύρες σιλουέτες αρχίζουνε και ξεχωρίζουν. Όλοι αυτοί οι ίσκιοι πατούνε σε εκείνο το καταρράχι κι υψώνουνε το ανάστημά τους κατά τον ουρανό. Πίσω από τη ράχη σα να πέφτει απάνω στο φως θαμπό από κάποιο μακρινό προβολέα. Να είναι νυχτοσκοποί αυτοί οι ίσκιοι; Φρουροί μη διασελώσει κανείς το βουνό;

Από στιγμή σε στιγμή, το φως τους έρχεται πιο δυνατό. Ροδίζει ο ουρανός στο βάθος κι απλώνεται έτσι πίσω τους ένα τριανταφυλλί φόντο, που γίνεται κατόπι χρυσαφί κι αυτό το φως περνάει και στη ράχη-το από μέσα μέρος, αυτό που δε φαίνεται από τη στάνη-μια χρυσαφιά κορδέλα, που εξέχει από τη ζυγρά και λάμπει ως τη στάνη και πιο πέρα, όσο φαίνεται. Και τη χιονισμένη κορφή του αντικρινού βουνού –δυτικά από τη στάνη-τήνε σκεπάζει κι αυτή με ένα ανάερο τούλι χρυσοβαμμένο.

Τώρα το βλέπει κανείς πιο καθαρά πως σκοποί είναι τα έλατα.

Ο ήλιος ψηλώνει να φτάσει τη ράχη, ενώ το φως του κατεβαίνει τις απέναντι πλαγιές. Τέλος ανεβαίνει στο ύψος της και προβάλλει ολόφωτος να καλημερίσει τα τσοπανόπουλα στη στάνη. Αλλά δεν τα βρίσκει εκεί. Έχουνε ξυπνήσει με τα πουλιά και φύγανε με το κοπάδι.

Ανάβει τότε κι αυτός τους πολυέλαιους των ελάτων. Τα κουκουνάρια στητά απάνω στα ελατοκλώναρα, με κόμπους κόμπους ελατόπισσα σπιθοβολούνε, λαμπαδιάζουν.

Το χρυσαφένιο φως, περνάει ύστερα γοργά μέσα από το σύμπλεγμα των κορμών και πέφτει απάνω σε ένα φτεριαρό μέρος. Από την άνοιξη που προβάλλανε από τη γης σα ραβδάκια τα τρυφερά βλαστάρια της φτέρης, ως ύστερα που ψηλώσανε, ψωμώσανε και λούρωσαν. Τις είδε τις φτέρες και προχτές και χτες. Σήμερα όμως του φαίνεται του ήλιου, πως πήρανε πια πλέρια την ανάπτυξη τους. Η φούντα της κάθε μιας, τι ψιλοδουλεμένη φυλλωσιά! Θαρρείς τήνε πλέξανε με τα κοπανέλια κοπέλες χρυσοχέρες. Κι όλες μαζί οι φυλλωσιές μπαίνοντας η μια στις ασοχές της άλλης ανταμώνουνε και γίνονται ένα μονοκόμματο πέπλο βαθυπράσινο. Φρεσκοπλυμένο από τη χτεσινή βροχή και τη δροσιά της νύχτας. Ο ήλιος δε χορταίνει να το κοιτάζει το φτεριαρό. Κι αυτό από τη χαρά του λαμποκοπάει και σκορπάει γύρω όλα τα χρώματα της ίριδας.

Κάτω από τα έλατα, την ασημόψαρη στρώση του δασότοπου, τη βάφει ο ήλιος κοραλλένια. Από φυλλωσιές, από κλαδιά, από κορμούς, από χορτάρι σταλάζει χρυσή δροσιά. Τη γης τήνε πνίγει πλημμύρα φως.

Στον αέρα έχει χυθεί φρεσκάδα που πηγαίνει ως τα βάθη της καρδιάς.

ΤΑ ΣΟΓΙΑ ΤΗΣ ΣΤΕΝΗΣ

ΚΑΤΣΑΝΑΣ

ΚΙΡΚΙΛΗΣ

ΚΟΝΤΟΣ

ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ

ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ

ΑΡΧΕΙΑ

Επικοινωνήστε μαζί μας

Αναζήτηση αρχείου