Η μέλισσα
Δεν σου έδωσα το δικαίωμα να είσαι σκληρή προς τον πλησίον σου.
Είχε φτιάξει ο Θεός τον κόσμο. Όχι μόνο τον ουρανό και τη γης, παρά τα φυτά και τα ζώα και τους είχε δώσει κιόλας τα ονόματά τους. Ήτανε αυτή η εποχή που ο γάιδαρος πήρε τα μακριά αυτιά, γιατί δεν κατάφερνε να θυμηθεί το όνομα, που του δόθηκε.
Το ξεχνούσε προτού ακόμη κάμει δυο βήματα μέσα στον παράδεισο. Τρείς φορές γύρισε πίσω ρωτώντας, πως τον ονόμασε. Τότε ο Κύριος, ο Δημιουργός λίγο ανυπόμονα τον έπιασε από τα αυτιά και του φώναξε: «το όνομά σου είναι γάιδαρος, γάιδαρος, γάιδαρος»! Κ ι ενώ του έλεγε αυτά τα λόγια, του σιγοτραβούσε τα αυτιά για να καταλάβει καλά και να το κρατήσει καλύτερα στο μυαλό του αυτό που του έλεγε.
Την ίδια μέρα έτυχε να τιμωρηθεί και η μέλισσα. Αυτή, άμα πλάστηκε, άρχισε στη στιγμή να μαζεύει το μέλι. Και τότε ζώα κι άνθρωπος, μόλις οσμιστήκανε την πεντοβολιά τρέξανε σωρός να το δοκιμάσουν.
Αλλά η μέλισσα ήθελε να το κρατήσει όλο για τον εαυτό της κι έδινε φαρμακερές κεντριές σε αυτούς, που πλησιάζανε στο σπιτάκι της.
Όταν ο Κύριος είδε αυτή τη διαγωγή, τήνε κάλεσε αμέσως και είπε:
Σου έκαμα δώρο να μπορείς να φτιάνεις το πιο γλυκό πράγμα της δημιουργίας, δεν σου έδωσα όμως και δικαίωμα να είσαι σκληρή προς τον πλησίον σου. Και τώρα πρόσεξε καλά, θα πεθαίνεις τη στιγμή που θα κεντάς όποιον θέλει να δοκιμάσει το μέλι σου.
Τι μας χρησιμεύει η μέλισσα
Ποιος ξέρει πόσες χιλιάδες χρόνια έχουνε περάσει από τότε ως σήμερα. Σε όλο αυτό το διάστημα οι άνθρωποι δεν παρατήσανε τη μελισσοκομία. Μάλιστα οι αρχαίοι Αθηναίοι τη θεωρούσανε τόσο σπουδαία τη μελισσοτροφία, που και δικαστές είχανε διορίσει ξεχωριστούς, τους «μελισσονόμους» για να δικάζουν αυτούς που με έναν οποιοδήποτε τρόπο ζημιώνανε την παραγωγή του μελιού.
Σήμερα δεν έχουμε ειδικούς δικαστές για να προστατεύουνε τη μέλισσα. Όμως στα βουνά απαγορεύεται να θεριστεί ρίγανη η να κορφολογηθεί τσάι προτού περάσει η ανθοφορία τους.
Μέσα στα τόσα χρόνια, με όλη την προστασία που της αφιερώνομε, η μέλισσα στέκεται άγρια, όπως και την πρώτη μέρα της δημιουργίας. Προτιμάει να δίνει τη ζωή της, για να γλυτώσει το μέλι της.
Κι αν μιλούν οι άνθρωποι για ήμερα κι άγρια μελίσσια αυτό συμβαίνει για να ξεχωρίζουν οι κυψέλες από τις κουφάλες των δέντρων και τις σκισμάδες των βράχων. Και σε τούτες και σε εκείνες κατοικούνε μέλισσες με το ίδιο φυσικό.
Δεν ξέρω αν οι μέλισσες σκέφτονται τον τρόπο των ανθρώπων. Κι αν με τη σκέψη τους καταλήξανε σε συμπέρασμα, πως ίδια καλά περνούνε στην κουφάλα η στη σπηλιά, όπως στη κυψέλη. Ή ίσως είναι καλύτερα στις πρώτες γιατί είναι νοικοκυράδες στα σπίτια των.
Για ένα όμως θα μας χρωστούνε σίγουρα χάρη, Για την κυψέλη. Όχι αυτή καθαυτή. Παρά για το ότι είναι κινητό σπιτάκι. Το ανεβοκατεβάζουνε από τη θάλασσα στο βουνό, παρακολουθώντας το άνθισμα της χλωρίδας. Μπορεί έτσι να βοσκολογάει η μέλισσα το χειμώνα τη μυγδαλιά και το ερείκι, που ανοίγει το Φλεβάρη τα άσπρα ανθάκια του στο χειμαδιά. Και το καλοκαίρι στα χίλια μέτρα το τσάι, τη ρίγανη και το έλατο. Κατεβαίνει τέλος του καλοκαιριού–τον Αύγουστο-στα τετρακόσια για το πεύκο, για το άλλο ερείκι, που ανοίγει το χινόπωρο τα τριανταφυλλιά κυπελάκια του και για την κουμαριά. Αυτή δίπλα στα γλυκά της κούμαρα που φυλάει για τα παιδιά, έχει και τον άσπρο της ανθό για το μελίσσι. Αφήνουμε το θυμάρι, το θρούμπι, το δενδρολίβανο κι άλλα κι άλλα.
Όταν τόνε ρωτήσανε το γέρο-Κάτζο κάποτε στην Κλεισούρα: «Μπάρμπα-Αντώνη τι κλαρί ωφελεί περισσότερο από όλα;» απάντησε σαν να ρωτούσανε τα μελίσσα: «Ο ανθός» Ο ανθός! Ένας λόγος που τα περιλαμβάνει όλα. Ποιο δέντρο μένει χωρίς ανθό; Ποιος θάμνος; Ποιο χορτάρι; Όλη η χλωρίδα ωφελεί ήθελε να πει ο γέρομελισσουργός. Πράσινο και πλουμιστό ταπέτο τήνε θέλει όλη τη γης ο μυαλωμένος γέρος.