Η Θεοδικία της δασκάλας
➖
Το διήγημα δημοσιεύτηκε το 1906
➖➖➖
Τη μετατροπή του κειμένου στην
καθομιλουμένη δημοτική
έκανε ο
Ιωάννης Δ. Γιαννούκος
⭐⭐⭐
Αφού έδωκε εξετάσεις, πήρε άριστα και αυτή, μαζί με τόσες άλλες.
Τη χρονιά εκείνη είχαν εξετασθεί, νομίζω, 214.
Απ΄ αυτές 147 βγήκαν πρωτοβάθμιες, πενήντα τρεις δευτεροβάθμιες και καμία δεν απερρίφθη.
Διορίστηκε κι αυτή δασκάλα (ο τύπος της λέξης είναι μάλλον αλβανικός παρά ελληνικός. Τον παλαιό καιρό, στη Βόρειο Ελλάδα τουλάχιστον, έλεγαν δασκάλισσα) πρωτοβάθμια σε ένα από τα πολλά σχολεία της πρωτεύουσας.
Η γυναίκα βλέπετε, κόρη ή κούκλα, συμβία ή πεθερά, είναι πάντοτε «αδύνατο μέρος».
Στο μέρος το πλέον αδύνατο, εκεί και πλέον αδυνατεί κανείς. Αδυνατεί κυρίως, αδυνατεί και ηθικά.
Οι χάρες και εύνοιες, είτε χατίρια τις ονομάσει κανείς, είτε ρουσφέτια, είτε όπως αν τις ονομάσει, αν σε όλους τους κλάδους επιβάλλονται, σ΄ αυτόν τον κλάδο κυριαρχούν.
Πως να αρνηθεί κάποιος ένα δίπλωμα - ένα τόσο δα χαρτάκι διπλωμένο - σε μία τρυφερή κόρη, είτε προς τιμή και έπαινο το ζητά αυτή, είτε προς βιοπορισμό;
Σε όλα τα άλλα εκπαιδευτικά τμήματα, τα των αρρένων, τα «χατίρια» συμψηφίζονται με τους άξιους προβιβασμούς.
Πολλοί ανάξιοι προβιβάζονται, αλλά και κανείς πράγματι άξιος δεν αδικείται.
Έπειτα ακούονται κάποτε πιστολιές, συχνότερα πέφτουν μπαστουνιὲς στη ράχη των κ.κ. καθηγητών.
Αδικήθηκε, βλέπετε, το παιδί μας.
Πως θέλετε ποτέ γονείς να πεισθούν - φιλότιμοι και φιλόμουσοι γονείς Έλληνες - ότι ο γιος τους είναι ανεπίδεκτος μαθήσεως;
Μεγάλη σκληρότητα θα ήταν τούτο και γι αυτό η θέση των καθηγητών είναι ακανθώδης και πολύ λεπτή.
Αλλά στα κορίτσια μας, αν και μπαστουνιές δεν φαίνεται να απειλούνται ούτε χαστουκιές - δεν θυμόμαστε αν ποτέ κανεὶς αδελφός κούτσαβος, ράβδισε καθηγητή προς χάριν της αδελφής του, μόνο μία καθηγήτρια, θέλομε να πούμε φοιτήτρια ή απόφοιτος της φιλολογίας, ομπρέλιασε, όπως θυμάστε, έναν καθηγητή κατὰ τους τελευταίους χρόνους - στα κορίτσια μας, λέγω, όλοι και εξεταστές και επόπτες και άλλοι αρμόδιοι, είναι χαρηστικότατοι.
Ας πάρει επιτέλους ένα δίπλωμα κι αυτή, θα πείτε, δεν έμαθε αρκετά γράμματα. Αλλά μήπως ο γυναικείος εγκέφαλος είναι κατασκευασμένος για γράμματα; Εργόχειρα καλύτερα να ξέρει.
Και αφού όλα για τον τύπο και προς το θεαθήναι γίνονται σε αυτόν τον τόπο, ας πάει κι αυτό μαζὶ με τ᾿ άλλα.
Έπειτα, γίνεται λόγος και ακούονται φωνές, ύστερα απὸ κάθε εξετάσεις που έχουν γίνει, περὶ ακυρώσεως και επαναλήψεως.
Είναι τόσο εύκολο πράγμα!
Αλίμονο, οι εξετάσεις χρειάζονται κόπους και δαπάνες και φέρουν τόση αγωνία και βάσανα!
Αλλά γιατί δεν εμπιστεύεσθε αυτή την επιτροπή και θα εμπιστευθείτε την άλλη;
Περιμένετε, μετά 4 ή 5 γενιές, όταν θα διαμορφωθούν χαρακτήρες στην Ελλάδα και τότε θα δείτε.
Ως τότε πιθανόν να αποκτήσετε μερικοί και το «Γνώθι σαυτόν», ώστε να μάθετε να μην έχετε υπερβολικές απαιτήσεις.
* * *
Τέλος η Φιλίππα - έτσι λεγόταν - εγκαταστάθηκε στο σχολείο της γειτονιάς, μαζὶ με άλλες δύο βοηθούς της.
Πληθώρα διδασκαλισσών παντού.
Όσες «έχουν τα μέσα» να διοριστούν στην Αθήνα, καλώς.
Ανά 13 εάν έχει καθένας από τους 13 Αττικάρχες να προστατεύσει, λογαριάστε, 13×13 = 169.
Και από άλλες λίγες ή πολλές αν έχει καθένας από τους γνωστούς των Υπουργών, από τους επαρχιώτες βουληφόρους και λοιπούς ισχυρούς να συστήσει - με όλους τους φαινόμενους δεσμούς και τους διάφορους ιεραρχικούς κρίκους των επιθεωρητών, των εποπτικών συμβουλίων, κτλ. - εδώ λείπουν και οι δύο όροι του πολλαπλασιασμού και που να βρούμε το γινόμενο;
* * *
Οι τρεις διδασκάλισσες, είχαν σε ένα θαλαμίσκο την τουαλέτα τους, τις μυρουδιές και τα καθρεφτάκια τους. Μεγάλο μέρος του καιρού τους ξόδευαν, να σιάζονται και να βεργολυγούν μέσα στο σχολείο.
Ιδίως στην τέχνη της σουσουράδας, πολύ διέπρεπαν και οι τρεις.
Η τέχνη αυτή, τελειοποιούταν μέσα στο μικρό παρθεναγωγείο και διδασκόταν καθημερινά διὰ του παραδείγματος, του μάλλον τελεσιουργού τρόπου της διδασκαλίας, στις μικρές μαθήτριες.
Περὶ τούτου, ας μου συγχωρεθεί μικρή παρέκβαση.
Να τι με πληροφόρησε η κυρά-Ρήνη, πεπειραμένη Αθηναία γερόντισσα, για τη μικρή ψυχοκόρη της, την οποία είχε πάρει νήπιο απὸ το Βρεφοκομείο, την είχε αναθρέψει και τώρα θα ήταν ως ένδεκα ετών, πρώιμος και ήδη με στήθη σχηματιζόμενα.
― Πιστεύεις, χριστιανέ μου, είπε, μα τι κορίτσι είν᾿ αυτό;
Της είχα πει να μη σειέται, απὸ τόσο δα κοριτσάκι άρχισε να σειέται, φαντάσου! και να κάνει τσακίσματα. Μαθημένα γεννιούνται το λοιπόν;
― Ε, ύστερα;
― Της είπα να μη σειέται. Απ᾿ την ώρα εκείνη που της το είπα, αυτή τώρα, σαν να της είχα πει το ενάντιο, τόσο περισσότερο σειέται και σειέται και το παρακάνει…
Δεν ξέρω τι να πω κι εγώ, καλύτερα να μη της τό ᾽χα πει!
* * *
Κατὰ τις πρώτες ημέρες του φθινοπώρου, αφού είχε διορισθεί η Φιλίππα, έρχονταν καθημερινά κορίτσια με τους κηδεμόνες τους για να εγγραφούν.
Η συνάδελφός της, η δευτεροβάθμια, που ήταν παλαιότερη, θέλησε να της δείξει πως να κάνει τις εγγραφές. Ξέρω εγώ! είπε η Φιλίππα, προσπαθώντας συγχρόνως να κλέψει με το μάτι, απὸ τα περυσινά έγγραφα του Σχολείου, τα οποία ήταν ιδιόχειρα της δευτεροβάθμιας. Η πρώτη μικρή μαθήτρια που παρουσιάσθηκε, της μύρισε σκόρδα. Μπα! μυρίζεις… Να μη τρως σκόρδα, όταν έρχεσαι στα Σχολείο. Μία άλλη που ρωτήθηκε απάντησε, ότι ονομάζεται Μαρούσα Σκυλοβοριά. Τι άσχημο όνομα! είπε η δασκάλισσα. Μία τρίτη, καθώς είχε πλησιάσει στο γραφείο, είπε, ότι ο πατέρας της ήταν αμαξάς.
― Μπα! μυρίζεις σταύλους! είπε η δασκάλα. Τι άσχημη μυρωδιά!
* * *
Μία των ημερών, στην καρδιά του χειμώνα, η δασκάλισσα, συνέβη να χάσει τη χρυσή καδένα του ρολογιού της.
Τι δυστύχημα!
Η υποψία έπεσε στις μικρές μαθήτριες, σε όλη την τάξη.
Κάποια απ᾿ αυτές θα την είχε κλέψει.
Η δασκάλα, αφού απηύθυνε μικρό λογύδριο στα πτωχά κορίτσια και τα συμβούλευσε να μη είναι κλέπτριες κτλ., διέταξε να αδειάσουν όλο το νερό της στάμνας σε μια μικρή σκάφη, την οποία είχε στείλει να δανειστούν απὸ μια γειτόνισσα πλύστρα.
Το νερό ήταν κρύο, παγωμένο.
Διέταξε να φέρουν τη σκάφη στο μέσον, μπροστά από τη δασκαλοκαθέδρα, έπειτα είπε:
―Ορέξατε χείρας όλαι!
Οι μικρές άπλωσαν τα χεράκια τους.
―Εμβαπτίσατε ήδη τας χείρας εις το ύδωρ.
Οι μαθήτριες βούτηξαν τα χέρια μέσα στο κρύο νερό!
― Κρατήσατε όλαι τας χείρας εντός, είπε η δασκάλα, όποια από σας αποσύρει πρώτη το χέρι, εκείνη είναι η κλέπτρια.
Δεν ξέρω πόση ώρα διήρκεσε η δοκιμασία.
Νομίζω ότι πολλές συγχρόνως αναγκάστηκαν να αποσύρουν τα τρυφερά παπουδιασμένα χεράκια τους και η ένοχος δεν ανακαλύφθηκε.
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης