Σαμαράδες
ΤΑ ΥΠΟΖYΓΙΑ
Για μια και μόνο φορά στη ζωή της, όπως διηγείται η κυρά-Λένη σήμερα, της είχε μιλήσει άσχημα ο άνδρας της σε όλη τους την κοινή ζωή. Όταν είχε μουσκέψει πολύ το μουλάρι τους από ιδρώτα κι αυτή το άφησε χωρίς να το περιποιηθεί. Ο λόγος που μπορούσε σίγουρα να κάνει έναν συμπατριώτη μας να θυμώσει ήταν να κακομεταχειριστεί κάποιος το ζώο του. Τα ζώα ήταν απαραίτητα για τους ανθρώπους τότε. Ήταν τα τακίμια τους και η επιβίωση τους. Ένα μουλάρι ή ένα άλογο ήταν ολόκληρη περιουσία. Γνωστές είναι οι ιστορίες για ανθρώπους που ξαναπήγαν στο στρατό από μόνοι τους, επειδή τους είχαν επιτάξει το ζώο και δεν ήθελαν να το χάσουν από τα μάτια τους. Πήγαιναν μαζί για να το φροντίσουν προσωπικά και φυσικά να το πάρουν πίσω στο τέλος της επίταξής του. Τα υποζύγια μετέφεραν τους ίδιους, καθώς και οτιδήποτε χρειαζόταν να κουβαληθεί σε μεγάλες ποσότητες κι επίσης ήταν η βασική βοήθεια στις αγροτικές δουλειές. Για αυτό το λόγο τα πρόσεχαν, τα είχαν μέσα στα σπίτια τους ή στα κατώγια και τα πρώτα σπαρτά που μάζευαν και έβαζαν στον πλέχτη ήταν τα σανά, δηλαδή οι ζωοτροφές. Πολλά επαγγέλματα είχαν σαν αντικείμενο τα υποζύγια. Οι σαμαράδες, για παράδειγμα, φρόντιζαν για το «ρούχο» του ζώου, το σαμάρι και οι καλιγωτές τους έβαζαν «παπούτσια», δηλαδή τα πετάλωναν. Επίσης οι σιδεράδες έφτιαχναν τα πέταλα, τα κολτσάκια και τα άλλα σιδερένια αντικείμενα για το όργωμα και τις άλλες αγροτικές δουλειές. Οι χαμουτζήδες έφτιαχναν τα δερμάτινα κι οι τσαμπάσηδες τα εμπορεύονταν.
Ο Κώστας Μακρής στο εργαστήριό του
Ο Κώστας Μακρής απεβίωσε στις 3-3-2006. Το σαμαράδικο του κύρ-Κώστα το είχαμε επισκεφθεί λίγες ημέρες πριν τα Χριστούγεννα. Ο ίδιος μας είχε αποκαλύψει τα μυστικά της δουλειάς του. Έφτιαχνε και επιδιόρθωνε σαμάρια, καθώς και όμορφες διακοσμητικές κατασκευές. Το επάγγελμα, όπως μας είχε πει, περνούσε από πατέρα σε γιό. Αυτός είχε μάθει τη δουλειά από τον πατέρα του. Τόσο η κατασκευή όσο και οι επιδιορθώσεις είναι τέχνη δύσκολη. Το σαμάρι είναι όπως ένα ρούχο και πρέπει να εφαρμόζει τέλεια πάνω στο ζώο. Ένα καλό σαμάρι μπορεί να κρατήσει και πάνω από 15 χρόνια.
Τα ζώα για να σαμαρωθούν πρέπει να έχουν κλείσει τα τρία χρόνια. Έως αυτή την περίοδο και όσο είναι πουλάρια, ακολουθούν τα μεγαλύτερα ζώα όπου εργάζονται, έτσι ώστε να είναι έτοιμα για δουλειά όταν μεγαλώσουν. Για να συνηθίσουν τα ζώα το σαμάρι, τους βάζουν στην αρχή πανιά ή κουβέρτες στη πλάτη, τα οποία τα δένουν με τριχιά κάτω από την κοιλιά. Οι παραγγελίες ποικίλουν και είναι θέμα συμφωνίας. Ο σαμαράς δεχόταν την παραγγελία στο μαγαζί ή πήγαινε κι ο ίδιος να κλείσει τη συμφωνία και να πάρει μέτρα. Πολλές ήταν οι περιπτώσεις που ψόφαγε κάποιο ζώο ενώ είχε δοθεί η παραγγελία και ο πελάτης δεν πήγαινε να το πάρει. Στην περίπτωση αυτή ο σαμαράς δεν μπορούσε να το χρησιμοποιήσει αλλού, μιας και τα μέτρα για το κάθε ζώο ήταν διαφορετικά.
Εργαλεία του σαμαρά
1) Σκεπάρνι ειδικό για πελέκημα.
2) Κουφοσκέπαρνο για περισσότερο φάρδος. Μόνο για το μπροστινάρι.
3) Δυο στενά σκεπάρνια (στενοσκέπαρνα) για καθαρισμό των θηλυκωμάτων.
4) Τρία έως έξι σκαρπέλα διάφορα. Βασικά ένα φαρδύ (2,5-3 πόντοι) ένα λιγότερο φαρδύ (2πόντοι) κι ένα στενό (1πόντος). Τα σκαρπέλα χρησιμοποιούνται για τις ενώσεις του πισιναριού που είναι ένα αρσενικό κι ένα θηλυκό.
5) Δυο πριόνια ένα ψιλό και ένα μεγαλύτερο.
6) Το σμιλάρι έχει μήκος 25 πόντους και κάνει προτρυπήματα για τριβέλισμα και δημιουργία θηλών.
7) Το ματικάπι κάνει τις μεγάλες τρύπες αλλά και τις μικρές, για να περνάνε τα κολτσάκια.
8) Ο ξυλοκόπανος χρησιμοποιείται σε όλα τα σκαρπέλα και όλα τα σμιλάρια. Για την κατασκευή του σαμαριού δεν κάνει το κανονικό σκεπάρνι, είναι λεπτή δουλειά και θα κάνει ζημιά.
Διάφορα εργαλεία του σαμαρά
ΤΑ ΜΕΡΗ:
Τα ξύλινα
Οι σαμαράδες αγόραζαν πολλά έτοιμα ξύλα, ενώ άλλα τα έφτιαχναν μόνοι τους. Μάζευαν ξύλα σε μεγάλες ποσότητες για να έχουν όλο το χρόνο. Το καλύτερο ξύλο σε ποιότητα είναι το ξύλο πλατάνας, ενώ το καλύτερο ξύλο για φιγούρα είναι το ξύλο μουριάς. Τα ξύλα κόβονται μόνο τους μήνες Οκτώβριο, Νοέμβριο και έως τα μέσα Δεκεμβρίου. Από εκεί κι ύστερα δεν κάνουν γιατί φουσκώνουν από την υγρασία. Το καλοκαίρι είναι εντελώς ακατάλληλα γιατί το ξύλο δεν προλαβαίνει να νευρώσει και δεν ψήνεται. Βασικά ξύλινα μέρη του σαμαριού είναι:
-Μπροστινάρι: Το μπροστινό μέρος του σαμαριού. Είναι ένα συμπαγές ημικύκλιο που εφαρμόζει στις πλάτες του ζώου και καταλήγει προς τα κάτω σε δυο ανοιχτά ξύλα.
-Πισινάρι: Το πίσω μέρος του σαμαριού. Το πιο δύσκολο όσον αφορά την εύρεση ξύλου, μιας και πρέπει να βρεθεί έτοιμο σε σχήμα. Δυο ξύλα που κατεβαίνουν σε καμπύλη και εφαρμόζουν στα καπούλια του ζώου. Το επάνω μέρος σχηματίζει ένα Χ.
-Παΐδες: Οι κάθετες σανίδες που ενώνουν το μπροστινάρι και το πισινάρι. Έχουν ελάχιστη καμπή ανάλογα με το ζώο.
-Πανωπάιδα: Οριζόντιες παΐδες στο πάνω μέρος του σαμαριού και το σημείο όπου κάθεται ο άνθρωπος. Τα πανωπάιδα έχουν μια σχετική καμπή και κατασκευάζονται σε σχήμα οβάλ.
Η στρωμνή
Όπως έλεγαν παλαιότερα, «θέλει μυαλό και γνώση να φτιάξεις του γαϊδουριού τη στρώση». Η στρωμνή προστατεύει το ζώο από τα ξύλα του σαμαριού. Είναι ένας σάκος, ο οποίος παλαιότερα γέμιζε με σίκαλη και μεταγενέστερα με φουσκί. Το φουσκί είναι υδρόβιο φυτό που βγαίνει στους βάλτους και μαζεύεται με μεγάλο κόπο, εφόσον αυτοί που το μαζεύουν μπαίνουν μέσα στον βάλτο, το κόβουν με την κόσα (κοφτερό εργαλείο ) και το μαζεύουν με τσουγκράνα. Πολύ φουσκί έβγαζε η Κωπαΐδα και ο Έβρος. Το εξωτερικό της στρωμνής είναι από δέρμα ή πανί, ανάλογα με το πορτοφόλι του καθενός και πάνω σε αυτό έβαζαν τα ξύλινα μέρη του σαμαριού. Το εσωτερικό είναι από σαμαροσκούτι, που είναι υφασμένο από υποπροϊόντα του μαλλιού. Αυτό έρχεται σε επαφή με το δέρμα του ζώου και γι' αυτό πρέπει να είναι μαλακό.
Τα δερμάτινα
Τα δερμάτινα τα πουλούσαν έτοιμα οι χαμουτζήδες, αν και οι περισσότεροι σαμαράδες της περιοχής μας, τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια, τα έφτιαχναν μόνοι τους, γιατί δεν τους συνέφερε να τα αγοράσουν. Τα δέρματα του σαμαριού ήταν από τραγί και τα έλεγαν βακετόδερμα ή σαμαρόδερμα. Ήταν μαλακό κατεργασμένο δέρμα ούτως ώστε να πιέζει το δέρμα του ζώου χωρίς να του προκαλεί τραύματα.
Μπαλτούμια: Τρεις δερμάτινες λουρίδες στα καπούλια του ζώου. Το ένα είναι κάτω από την ουρά και τα δυο πάνω από την ουρά σταυρωτά. Το ένα από τα δυο δερμάτινα (πανωκάπουλα) περνούσε γύρω από το σαμάρι μέσα από τις παΐδες για να μη φεύγει μπρος ή πίσω.
Μπροστελίνα: Δερμάτινη ζώνη που δένει το σαμάρι στην κοιλιά του ζώου. Στηρίζεται στις πάνω παΐδες.
Όταν το ζώο πήγαινε σε ανηφορικό μέρος και για να μην φεύγει προς τα πίσω έβαζαν το μπροστοσκοίνι.
Τα σιδερένια μέρη του σαμαριού παλαιότερα τα έφτιαχναν οι σιδεράδες του χωριού.
Κολτσάκια: Λάμες με δυο στρογγυλά σίδερα σαν τσιγγέλια.
Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ
Στο πρώτο στάδιο της κατασκευής, οι σαμαράδες φτιάχνουν το ξύλινο μέρος. Βάζουν στην άκρη τις 4 παΐδες, το μπροστινάρι, το ζευγάρι για το πισινάρι και τα δυο πανωπάιδα. Ανοίγονται οι τρύπες στο μπροστινάρι με τέτοιο τρόπο, ούτως ώστε οι παΐδες να περνούν εφαρμοστές. Αρχικά περνούν τις τέσσερις παΐδες στις τρύπες στο μπροστινάρι και ύστερα μετρούν τους πόντους που θέλουν για το κάθε ζώο και ταιριάζουν και το πισινάρι. Ανοίγουν τις τρύπες και στο πισινάρι και τις εφαρμόζουν. Τα δυο πανωπάιδα πρέπει να προεξέχουν στο μπροστινάρι για να δένονται οι τριχιές. Δεύτερο στάδιο τα κολτσάκια. Αφού τα τοποθετήσουν το ένα πίσω και το άλλο στο μπροστινάρι στα πανωπάιδα που προεξέχουν. Βάζουν το κολιτσάκι του μπροστινού μέρους να κοιτά μπροστά και το πίσω προς τα πάνω. Αυτό γίνεται για να δένονται καλύτερα οι τριχιές.
Σειρά έχουν τα δερμάτινα. Μπαλτούμια για να πιάνεται το πίσω μέρος, τα καπούλια και η μπροστελίνα για το στήθος. Τελευταίο στάδιο είναι το ταίριασμα της στρωμνής στα ξύλα. Αφού την κόψουν περνούν το σκουτί από μέσα και τη λινάτσα από έξω. Το ενδιάμεσο κούφωμα για να μπαίνουν οι ωμοπλάτες (καρίνα, νταβί). Το γεμίζουν με φουσκί , το οποίο πρέπει να είναι στη σωστή ποσότητα, μιας και κάθεται
από το βάρος.
Για να είναι ανθεκτικό το σαμάρι και να προφυλάσσεται από τον ήλιο και την βροχή, το πέρναγαν με ειδική αλοιφή την οποία είχαν φτιάξει από μουργκόλαδο, ξύδι, λάδι, και λίγο αλάτι.
Ο Χρήστος Κυράνας στην παρουσίαση που είχε κάνει στην γιορτή σπόρων στο Σκουντέρι.
Από τη δεκαετία του 1960 και την σταδιακή επικράτηση του αυτοκινήτου ήρθε και το τέλος των σαμαράδων. Έως αυτή την περίοδο στη Χαλκίδα υπήρχαν τέσσερις σαμαράδες και πέντε χαμουτζήδες. Στα Ψαχνά υπήρχαν δυο σαμαράδικα, ένα του Αποστόλη Ντρέκη και ένα άλλο των αδερφών Μήτσου και Κώστα Τσίρη. Στη Μακρυκάπα του Δημήτρη Αλαφάκη, στους Καθενούς του Αντώνη Λιάρου, στους Στρόπωνες του Γιάννη Σίδερη (Χουής), στη Στενή του Παύλου Γιαλού, του Τάκη Κυράνα ,του Μήτσου Μαστρογιάννη, του Σπύρου Μακρή και στους Βούνους του Κώστα Μακρή. Τελευταίος σαμαράς στη Χαλκίδα ήταν ο Γιώργος Παύλου, και τελευταίος χαμουτζής ο Στέλιος Λούκας. Στην περιοχή μας τελευταίος σαμαράς ήταν ο Τάκης Κυράνας.
Γιάννης Μητάκης