Μαντάνια και νεροτριβιές
Νεροτριβιές
Η νεροτριβή ήταν κάποτε ένας ξύλινος βαθύς κάδος, που το περισσότερο μέρος του ήταν χωμένο μέσα στο έδαφος για να μην ανοίξουν τα τοιχώματα. Τα ξύλα που χρησιμοποιούνταν ήταν σφηνωμένες σανίδες δεμένες περιφερειακά με σιδερένια τσέρκια.
Από ψηλά έπεφτε το νερό από βαρέλια ή σαν καταρράχτης, δημιουργούσε στροβίλους με τη δύναμη που έπεφτε, καθάριζε τα ρούχα ή ακόμα και έκλεινε τα κενά που υπήρχαν ανάμεσα στα στημόνια και τα υφάδια, τα αναμάλλιαζε και τα έκανε αφράτα. Σε κάποια χωριά όπου υπήρχαν καταρράχτες η νεροτριβή ήταν φυσική. Στην Κάτω Στενή π.χ. χρησιμοποιούσαν σα νεροτριβή τους καταρράχτες του Αγίου Στεφάνου.
Τη σημερινή εποχή οι νεροτριβές όπου κατασκευάζονται, γίνονται από μπετόν και ο σωλήνας που οδηγεί το νερό στη νεροτριβή είναι πλαστικός, όπως στη νεοκατασκευασμένη νεροτριβή της φωτογραφίας. Τις περισσότερες φορές χρησιμοποιείται για καθαρισμό των ρούχων σαν ένα μεγάλο πλυντήριο.
Μαντάνια
Τοποθετημένα σε χώρους με κλίση για να δημιουργηθεί υδρόπτωση, ήταν τα μαντάνια. Δυο ή τέσσερα γερά ξύλα (κοπανάρια) για να αντέχουν στην υγρασία και τα χτυπήματα, χτυπούσαν σα σφυριά τα υφάσματα και τους έδιναν πυκνότητα. Πολλές φορές δίπλα σε μύλους και κάποιες φορές και μόνα τους, ακούγονταν από πολύ μακριά με τον ξερό και δυνατό κρότο που έκαναν μέρα νύχτα. Από 12 έως 24 ώρες κράταγε το χτύπημα του κάθε ρούχου για να έχει το αποτέλεσμα που ήθελαν. Η τριβή, και η χαμηλή θερμότητα που αναπτυσσόταν έκανε τα υφάσματα πυκνά, γερά, σφιχτοδεμένα και συγχρόνως απαλά και αδιάβροχα. Πολύ χρήσιμα υφάσματα για τις πατατούκες και τις κάπες των τσοπάνηδων. Επίσης για τα βαριά κλινοσκεπάσματα όπως ήταν οι τσέργες και οι βελέντζες. Το νερό έπεφτε με δύναμη στη φτερωτή η οποία κινούσε τα κοπανάρια. Στα Καμπιά του Κατσή. Το κτίριο διατηρείται μισοερειπωμένο πολύ κοντά στην εκκλησία της Αγίας Κυριακής. Κοντά στους Βούνους του Θανάση Καμαριώτη (Παρέα). Η αμπολή από της Σταματάρας το μύλο συνέχιζε την πορεία της, έδινε κίνηση στο μαντάνι και από εκεί συνέχιζε στο ποτάμι. Μετά τους Βούνους του Ντώλη το μαντάνι, λίγο πιο πάνω από τον ομώνυμο μύλο.
Γιάννης Μητάκης