steni.gr
Σύμφωνα με την παράδοση, ένα τραγάκι βγήκε μέσα από τους βάτους με βρεγμένη μουσούδα. Ο βοσκός καθάρισε τα βάτια, βρήκε μια πηγή και γύρω από αυτήν κτίστηκαν τα πρώτα σπίτια της Στενής.
Είναι η πηγή που την είπαν Μεσοχώρι.
Άλλα σπίτια κτίστηκαν στο Αλωνάκι. Αυτά έπαιρναν νερό από την Μανίτσα. Πηγές είχε επίσης στην εκκλησία. Πολλά χρόνια αργότερα για να λύσουν το πρόβλημα της ύδρευσης έφεραν το νερό από την Αρματσανή και έφτιαξαν πάνω από δέκα βρύσες στην Πάνω Στενή.
Στην Κάτω Στενή έφτιαξαν βρύσες με νερό από του Μπαμπά και αργότερα από το Βαθύρεμα. Αργότερα πήραν νερό από την Κερασιά και από αυτό υδρευόταν το κάθε σπίτι πλέον. Το δάσος της Στενής είναι γεμάτο από πηγές, που μαζί με τις πηγές του Αγίου Στεφάνου τροφοδοτούσαν το ρέμα της Στενής, το οποίο με την σειρά του τροφοδοτούσε τον ποταμό Λήλα. Κανόβρυση, Κερασιά, Σταυροδήμα, Πριόνι, Φλέβα, Νταλαρούμη Βρύση, Τσακλή Βρύση, Συκάμινο, Μέγα Δένδρο, είναι κάποιες από τις πηγές που βρίσκονται στο δάσος. Πιο ψηλά στη Λειρί η Κρύα Βρύση, η Αντζού, της Δροσιάς το πηγάδι πάνω από την Κορομηλιά (τοπωνύμιο που βρίσκεται μέσα στο Γλα). Ο Κουρίτος βρίσκεται κοντά στο Μεγάλο Βράχο. Τα Πλατανάκια, ο Παλιουριάς, το Πανί, η Αγιασοφίτσα είναι πηγές που βρίσκονται στο Καλουρκό. Στη Μέλι, στου Βουτανιού στο Βαθύρεμα, στους Τσαγιούς, στο Λυκοπρί, είναι πηγές που βρίσκονται σε διάφορα σημεία γύρω από τη Στενή και πήραν το όνομα τους από τα τοπωνύμια που αναβλύζουν.
Γιάννης Μητάκης
Εύη Σαραντέα – Μίχα
Με το 24-2-1977 Π.Δ. κηρύχθηκε ως αισθητικό δάσος έκταση 6.770 στρεμμάτων στην οποία ανήκουν και τα 2.600 στρέμματα προσωρινής παραχώρησης στην κοινότητα Στενής, το έτος1932 για να γίνει εμβολιασμός και εξημέρωση άγριων καστανόδεντρων.
Με το 20-8-1981 Π.Δ. έγινε τροποποίηση του Π.Δ. του1977 και εξαιρέθηκαν του αισθητικού δάσους τα 2.600 στρέμματα του καστανόδασους, που είχαν παραχωρηθεί. Με την Ζ/2583/21-11-1979 απόφαση του Νομάρχη Ευβοίας, κηρύχθηκε ως προστατευτικό όλο το αισθητικό δάσος και το καστανόδασος.
Όλη αυτή η έκταση διακρίνεται για τις φυσικές ομορφιές της και έχει ιδιαίτερη αισθητική, υγιεινή και τουριστική σημασία για όλη την γύρω περιοχή και τον Ελλαδικό χώρο.
Η δασική του βλάστηση είναι πλούσια και ποικίλη, έχει άφθονες πηγές, ιδανικές καιρικές συνθήκες, με λίγα λόγια εξαίρετο φυσικό περιβάλλον.
Τον χειμώνα, το χιονισμένο τοπίο, το κτίριο του καταφυγίου του Ε.Ο.Σ., η μικρή χιονοπίστα, προσελκύουν φίλους του σκι.
Το καλοκαίρι οι παραδοσιακές δραστηριότητες αναψυχής, όπως περπάτημα, ορειβασία, παρατήρηση της χλωρίδας και της πανίδας, μπορούν να ικανοποιήσουν και τους πιο απαιτητικούς επισκέπτες.
Σύμφωνα με χάρτες της Γ.Υ. Στρατού έχουν γίνει εμβαδομετρήσεις, όπου όλη η έκταση έχει μοιρασθεί σε δασικές συστάδες:1Α, 1Β, 1Γ, 1Δ, 1Ε, 1ΣΤ, 1Ζ1 1Ζ2, 1Η, 1Θ, με εμβαδόν 5208 στρέμματα και από τις 2Α, 2Β, 2Γ, με εμβαδόν 1975 στρέμματα.
Η έκταση αυτή κατανέμεται, ανά μορφή δασοκάλυψης ως εξής:
Δάσος ελάτης 2545 στρέμματα
Δάσος καστανιάς 2510 στρέμματα
Δάσος χαλέπιου πεύκης 710 στρέμματα
Μερικώς δασοσκεπής 421 στρέμματα
Αγροί-καλλιεργήσιμη γη 368 στρέμματα
Γυμνή έκταση 374 στρέμματα
Άγονη-βραχώδης κ.λ.π. έκταση 255 στρέμματα.
Η Δίρφυς είναι σημαντική οροσειρά της κεντροανατολικής Εύβοιας. Η Δέλφη στα 1.743 μέτρα, αποτελεί την υψηλότερη κορυφή της. Η Δίρφη με τα γύρω βουνά, Πυξαριάς, Ξεροβούνι, Σκοτεινή και Μαυροβούνι, σχηματίζει μια οροσειρά μήκους 50 χλμ. περίπου.
Ο Πυξαριάς (1.343μ.) οφείλει το όνομά του στον πύξο, αειθαλή θάμνο με νοτιότερο σημείο εξάπλωσης στον ελλαδικό χώρο το συγκεκριμένο βουνό.
Το Ξεροβούνι (1.417μ.) είναι ακριβώς απέναντι από τη Δίρφη προς τα νοτιοανατολικά και χωρίζεται από αυτήν με μια πλατιά κοιλάδα. Δεν έχει δάση, ωστόσο έχει άφθονα αγριολούλουδα.
Σύμφωνα με τους γεωλόγους, η οροσειρά της Δίρφης είναι παραφυάδα του ορεινού όγκου Ολύμπου-Όρθυος και γεννήθηκε την ίδια γεωλογική περίοδο κατά τη μεγάλη ορεογεννητική εποχή των αλπικών πτυχώσεων (είναι η εποχή που συγκρούστηκαν η ευρωπαϊκή με την αφρικανική τεκτονική πλάκα).Έχει έντονο ανάγλυφο και είναι αρκετά απότομη, κυρίως στην ανατολική της πλευρά, προέκταση της οποίας είναι η Οχθονιά. Η δυτική της πλευρά παρουσιάζει κωνικό σχήμα. Η Δίρφυς παρουσιάζει επίσης έντονες χιονοπτώσεις από τις πρώτες κατά την διάρκεια του χειμώνα, γιατί είναι εκτεθειμένη στα ψυχρά βορειανατολικά ρεύματα.
ΔΙΡΦΥΣ
Υψόμετρο 1743 μέτρα
Γ. Μήκος 23o 49' 57.84" E
Γ. Πλάτος 38o 37' 52.52" N
ΞΕΡΟΒΟΥΝΙ
Υψόμετρο 1417 μέτρα
Γ. Μήκος 23o 50' 25.73" E
Γ. Πλάτος 38o 37' 47.78" N
ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙ
Υψόμετρο 1189 μέτρα
Γ. Μήκος 23o 57' 10.54" E
Γ. Πλάτος 38o 35' 29.35" N
Η επιβλητική Δίρφυς, η μεγάλη οροσειρά της Εύβοιας, με την χαρακτηριστικά κωνοειδή κορυφή, που μοιάζει με ένα μικρό Φουτζιγιάμα, κρατάει στις απόκρημνες πλαγιές της έναν πλούτο από σπάνια ενδημικά φυτά. Η Δίρφη υψώνεται με μεγαλοπρέπεια στα κεντροανατολικά της Εύβοιας φτάνοντας τα 1.743 μέτρα (κορυφή Δέλφη), εκεί όπου στην αρχαιότητα υπήρχε το ιερό της Διρφύας Ήρας. Άλλες σημαντικές κορφές είναι η Πυξαριά (1.343 μ.), οι Πορτίτσες (1.158 μ.) και το Μαυροβούνι (1.189 μ.). Μετά τα κρητικά βουνά είναι το ψηλότερο βουνό της νησιωτικής Ελλάδας.
Πρόκειται για έναν ορεινό όγκο με έντονο ανάγλυφο και ιδιαίτερα απότομες πλαγιές γεμάτες επικίνδυνες σάρες, μεγάλα φαράγγια, πολλά ρυάκια, χειμάρρους και δασωμένους λόφους. Η κατεύθυνση της είναι από τα βορειοδυτικά στα νοτιοανατολικά. Στα ανατολικά πέφτει απότομα στο Αιγαίο, στα νότια συνδέεται με το Ξηροβούνι, στα δυτικά καταλήγει σε πεδιάδες και λόφους και στα βόρεια «σβήνει» ήρεμα μέχρι το χωριό Πήλι. Τα πετρώματά της είναι κυρίως ασβεστολιθικά που συμπληρώνονται από λίγους σχιστόλιθους. Από τη Δίρφη ξεκινάνε τα δύο μεγάλα ποτάμια της Εύβοιας, ο Λήλας και ο Μεσσάπιος. Ένα από τα πιο όμορφα χαρακτηριστικά του βουνού που προσελκύει πολλούς περιπατητές, είναι οι χαράδρες και τα φαράγγια που ξεκινάνε από ψηλά και καταλήγουν σε πανέμορφες, απομονωμένες παραλίες από τη μεριά του Αιγαίου.
Η βλάστηση του βουνού είναι μοναδική. Εκτεταμένοι δασότοποι από κεφαλληνιακή ελάτη, βελανιδιές, καστανιές και πεύκα, που συνδυάζεται με την μεσογειακή μακία, τα πευκοδάση και τα φρύγανα στα χαμηλά και με την αλπική βλάστηση στις κορυφές. Στα ρέματα φυτρώνουν τεράστια πλατάνια, σφενδάμια, και λεύκες, ενώ συναντά κανείς ακόμα βουνοκυπάρισσα, σορβιές, ίταμους, γκορτσιές, κ.ά. Στις νότιες πλαγιές του βουνού απλώνεται το Αισθητικό Δάσος Στενής, που χαρακτηρίζεται από την χλωριδική ποικιλότητα, τις πολυάριθμες πηγές και την όμορφη γεωμορφολογία. Στην περιοχή φυτρώνουν πολλά σπάνια και ενδημικά λουλούδια με αρκετά περιορισμένη εξάπλωση.
Ο Λίλας είναι ο μεγαλύτερος και μακρύτερος ποταμός της Εύβοιας. Πηγάζει από τα βουνά Δίρφη - Ξηροβούνι - Όλυμπο, διαρρέει τα υψίπεδα των Καθενών - Μίστρου - Θεολόγου, φτάνει στο Ληλάντιο και χύνεται στον Ευβοϊκό κόλπο, ανατολικά του παράλιου φρουρίου του Μπουρτζιού. Τον χειμώνα και την άνοιξη έχει άφθονα νερά, αλλά το καλοκαίρι ξεραίνεται και μόνο μικρά ρυάκια, τρέχουν από το Φθινόπωρο μέχρι την Άνοιξη. Τα νερά του διοχετεύονται, για την άρδευση των αμπελιών, σε όλη την έκταση του Ληλάντιου που τον κάνουν γόνιμο, με τη λάσπη που μεταφέρουν. Στα χρόνια της Ενετοκρατίας υπήρχε ο “ποταμάρχης” αξιωματούχος που φρόντιζε για το πότισμα της πεδιάδας του Λήλαντα.
Ο Λίλας έχει χαρακτηριστεί με πολλά ονόματα, όπως “η ζωή του νησιού”, “μάτια”, “φύλακας του Νεγρεπόντε”. Από τις πηγές του στα Καμπιά της Στενής, μετέφεραν το νερό του, για ύδρευση, της πόλης της Χαλκίδας, τόσο στην αρχαιότητα όσο και επί Ενετοκρατίας. Λείψανα του υδραγωγείου σώζονται στην θέση “Καμάρες” στην Χαλκίδα, αλλά και στους Βούνους.
Είχε απορροές, τις οποίες άλλαζε συχνά, από την Λάμψακο και την Λιανή Άμμο, ως το Βασιλικό. Είχε διακλάδωση στην ροή του προς Δοκό και από εκεί, προς την Λιανή Άμμο. Σύμφωνα με μαρτυρίες, παλαιοτέρων κατοίκων της περιοχής, πριν αρκετά χρόνια, μέχρι το 1915, έφθασε να ρέει δυτικά της Αγίας Παρασκευής και των δύο Πύργων.
Όπως προαναφέραμε, η κοίτη του, έχει μικρή σχετικά κλίση και η λεκάνη απορροής του είναι 300 km2. Εξετάζοντας την παλαιογεωγραφική εξέλιξη της κοίτης του ποταμού, υπάρχουν τρεις απόψεις:
1) Κατά το παρελθόν ο Λίλας έρεε δυτικότερα της θέσης ¨Δύο Πύργοι¨, όπου άφηνε τα υλικά του, έτσι ώστε σχημάτισε την Δ. και την Β.Δ. πλευρά του Ληλαντίου.
2) Όπως σήμερα, έτσι και στο εγγύς γεωλογικό παρελθόν, ο Λίλας χυνόταν στη σημερινή θέση Μπούρτζι, με δύο κοίτες. Μια στη σημερινή κοίτη και μια πιο πλάγια, όπως αναφέρει ο Σωτήριος Λεοντάρης στο “Περί γενέσεως του Ληλαντίου πεδίου” αλλά και όπως διηγούνται οι γεροντότεροι.
Μσρτυρία γραπτή για τις εκβολές του Λήλαντα έχουμε από το ψήφισμα
με αριθμό 14 της 14/1/1900, του Δημοτικού Συμβουλίου της Α΄τάξεως Δήμου Χαλκιδέων,όπου αποφασίζεται η διευθέτηση της κοίτης του ποταμού λόγω των καταστροφών που προκαλούσε στις καλλιέργειες της περιοχής.
3) Τα νερά του ποταμού μετά την στενή διάβαση στο Αφράτη, έπεφταν πάνω στον ασβεστολιθικό όγκο των “Δύο Πύργων”, με αποτέλεσμα ο ποταμός να διαχωρίζεται σε δύο. Ο ένας έρεε δυτικά του όγκου. Ο άλλος έρεε ανατολικά των Δύο Πύργων, πορεία που ακολουθεί ως σήμερα. Το ότι δυτικά των Δύο Πύργων υπήρχε ροή ποταμού, αποδεικνύεται από το γεγονός ότι στην περιοχή βρίσκονται κροκάλες και άμμος αφ΄ ενός και από τα υφάλμυρα νερά των πηγαδιών που υπάρχουν στην περιοχή αφ΄ ετέρου. Το ότι τα πηγάδια έχουν υφάλμυρα νερά, οφείλεται ακριβώς στην ύπαρξη κροκάλων και άμμου έτσι ώστε, η προσπέλαση της θάλασσας γίνεται ευκολότερη. Άλλωστε τα πηγάδια που είναι μακριά από τον άξονα ροής, δεν έχουν υφάλμυρα νερά.
Εξετάζοντας την περιοχή, υπάρχουν δύο ποτάμιες αναβαθμίδες που συναντώνται δυτικά του Αφρατίου και των Φύλλων. Και οι δύο, αποτελούνται από τα ίδια λιθολογικά στοιχεία(κροκάλες, άμμο, άργιλο και κοκκινόχωμα).
ΛΗΛΑΝΤΙΟ ΠΕΔΙΟ ΓΕΝEΣΗ ΚΑΙ ΜΟΡΦΟΓΕΝΕΤΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ
Ληλάντιο πεδίο το, ή Λήλαντον ή Λίλαντον ή των Βασιλικών.
Όπως και αν το ονομάσουμε παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον από άποψη μορφογένεσης, αλλά και λόγω της μείωσης, που φέρει στον θαλάσσιο χώρο του Στενού του Μπουρτζιού, εξ΄ αιτίας των φερτών υλών του Λήλαντα ποταμού, αλλά και από το παλιρροϊκό ρεύμα.
Ο Στέφανος Βυζάντιος το ονόμασε ¨Μποχώρι¨. Βαθύπεδο της κεντρικής Εύβοιας, τριγωνικού σχήματος, που επεκτείνεται ανάμεσα στην Χαλκίδα και την Ερέτρια. Στα σύνορα του, περικλείονται μεταξύ των οικισμών Μπούρτζι - Λευκαντί - Βασιλικό - Φύλλα - Αφράτη - Δοκό και Βρωμούσα.
ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΛΗΛΑΝΤΙΟΥ :
Το Ληλάντιο σχηματίστηκε δια μέσου των χιλιετηρίδων. Η γέννηση του οφείλεται αρχικά σε τεκτονικά αίτια, που προκάλεσαν την πτύχωση και διάρρηξη των ασβεστολιθικών σχηματισμών της περιοχής, με κατεύθυνση Β-ΒΑ. Μεγάλη επιφανειακή ανάπτυξη, με σημαντικό πάχος, είναι οι προσχωματικές αποθέσεις του Ληλάντιου πεδίου. Κάτω από αυτές, βρίσκονται λιμναίοι, πλειοκαινικοί σχηματισμοί, με μεγάλα υδροφόρα στρώματα.
Πριν εκατοντάδες χιλιετηρίδες η γόνιμη και ωραία αυτή πεδιάδα, ήταν θάλασσα που σχημάτιζε κόλπο, ο δε Λήλαντας, είχε απορροές που άλλαζε συχνά, από την Νέα Λάμψακο και τη Λιανή Άμμο, ως το Βασιλικό. Δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθεί, η ακριβής θέση της ακτής κατά την Προαλλουβική περίοδο, γιατί σήμερα καλύπτεται από τις αποθέσεις του Λήλαντα. Έχουν βρεθεί όμως κατά την διάνοιξη γεωτρήσεων θαλάσσια απολιθώματα όπως γαστερόποδα, σκαφόποδα, ελασματοβράγχια. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι η στενή δίοδος μεταξύ Μπουρτζιού και Βοιωτικής ακτής δεν θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε το παλιρροϊκό ρεύμα. Αυτό γιατί οι φερτές ύλες του ποταμού, σε συνδυασμό με τα μικρά βάθη της περιοχής, θα οδηγούσε στην δημιουργία αβαθών, τελείως σημείων.
Τα βρόχινα νερά των ορεινών περιοχών, όπου έχει τις πηγές του ο Λίλας, μεταφέρουν άφθονη λάσπη και την αποθέτουν στο Ληλάντιο, με αποτέλεσμα να το κάνουν γονιμότατο. Με τεχνικές διώρυγες, αυλάκια και αμπολές, αρδεύεται όλη η πεδινή έκταση από το φθινόπωρο ως τον Μάρτιο. Ο Λίλας είναι το όριο ευφορίας του Ληλάντιου πεδίου. Το μεν δυτικό τμήμα φθάνει μέχρι την Νέα Λάμψακο και τη θάλασσα, είναι ευφορότερο και καλύπτεται από οπωροφόρα δέντρα και αμπέλια, από τα οποία πήρε και το όνομα ¨Αμπέλια¨. Το ανατολικό τμήμα, φθάνει έως την Ερέτρια, σκεπάζεται από ελαιόδεντρα και αμυγδαλιές και καλλιεργείται με σιτηρά και κηπευτικά.
Η ευφορία του από το παρελθόν έγινε, όπως αναφέρουμε στην ιστορία, αφορμή του Ληλάντιου πολέμου. Όταν οι Αθηναίοι έγιναν κύριοι της Εύβοιας, για να τιμωρήσουν τους Χαλκιδαίους, που είχαν επαναστατήσει εναντίον τους, τους αφαίρεσαν το Ληλάντιο πεδίο και το μοίρασαν σε 2000 κληρούχους, που έστειλαν από την Αττική το 505 πχ.
Ο Θέογνις με το “’Ηλθον δ΄ Ευβοίης ’αμπελοεν πεδίον” υπονοεί το Ληλάντιο πεδίο. Ο Στράβων γράφει, ότι υπήρχαν θερμά νερά στο Ληλάντιο, για θεραπεία διαφόρων παθήσεων. Είναι γνωστό όμως, ότι ο Σίλας διέμενε στην Αιδηψό και όχι εδώ, όπου δεν υπήρχαν λουτρά. Παραδόξως, όμως ο Γουναρόπουλος γράφει ότι “υπάρχει και σήμερα θειούχος πηγή”, χωρίς όμως ν΄ αναφέρει που ακριβώς. Άλλωστε και σήμερα στις εκβολές του Λήλαντα υπάρχουν λεκάνες με ¨θερμά¨ στάσιμα νερά το καλοκαίρι, που προτιμούν πολλοί κολυμβητές. Ίσως και στην αρχαιότητα να συνέβαινε το ίδιο και αυτό να υπαινίσσεται ο Στράβων.